Amedeo

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music

Follow us

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  News   -  “Η ζωγραφική του Σωτήρη Σόρογκα. Μια ποιητική μεταφορά του χρόνου” της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα

Ο Σωτήρης Σόρογκας, ως φυσική παρουσία, μου έδινε πάντοτε την εντύπωση μιας αλλόκοσμης αγιότητας. Ασυνήθιστα ψηλός και πάντα ασκητικός, με ένα πρόσωπο εξαϋλωμένο, πλαισιωμένο με ένα φωτοστέφανο από κυματιστά μαλλιά, και με ένα βλέμμα μόνιμα εκστατικό, ξεχώριζε ανάμεσα στο πλήθος δίνοντας την εντύπωση ενός ατόμου μοναχικού και απόμακρου. Όταν τον γνώρισα καλύτερα, αναμορφώθηκε η μισή τουλάχιστον από την πρώτη μου εντύπωση. Ο Σωτήρης είναι ένας άνθρωπος θερμός και απλός, ένας φίλος οικείος, τρυφερός και πιστός, αλλά διατηρεί πάντοτε στα μάτια μου αναλλοίωτη την εικόνα της αγιότητας. Ίσως, γιατί αυτή η πλευρά της προσωπικότητάς του με βοηθά να προσεγγίσω μιαν αθέατη αλλά θεμελιακή ιδιότητα, που σφραγίζει ολόκληρη τη δημιουργία του, προσδιορίζοντας τον ίδιο τον γενετικό της κώδικα: την ιερότητα.

Την ιδιότητα αυτή ο ζωγράφος Σωτήρης Σόρογκας την επιζητεί και την επιβεβαιώνει με δυο τρόπους: με την επιλογή των θεμάτων του, που παρουσιάζουν μιαν αταλάντευτη συνέπεια από πολύ νωρίς, και με την ίδια την ποιητική του, με τον τρόπο δηλαδή που τα ερμηνεύει. Μια ταπεινή ξερολιθιά, ένα παλιό ξεχασμένο πηγάδι, η ξεχαρβαλωμένη ξύλινη πόρτα ενός αγροτόσπιτου, μια γερμένη στέγη, αλλά και τα σκουριασμένα κατάλοιπα των μηχανών του Λαυρίου, που έχουν σιγήσει από καιρό, παλιές ξεκοιλιασμένες βάρκες και τώρα σε αυτή την έκθεση τα θαλάσσια ξύλα, με άρωμα Παπαδιαμάντη και Κάλβου. Ιδού τα σκεύη εκλογής για την τελετουργία της ζωγραφικής του Σόρογκα. Ο λανθάνων εσωτερικός ειρμός, που συνέχει και δίνει νόημα στην ποικίλη θεματική του καλλιτέχνη, είναι η νοσταλγία για τα υλικά λείψανα μιας παρωχημένης ζωής, ενός κόσμου που έχει αμετάκλητα χαθεί.

Ο καλλιτέχνης λειτουργεί ως ναυαγοσώστης της μνήμης αυτού του κόσμου πριν αφανιστούν και τα τελευταία ίχνη της ύπαρξής του. Η νοσταλγία και μια βαθιά συμπάθεια για τον άνθρωπο και τα έργα του ορίζουν το κριτήριο των επιλογών του. Πράγματι, το διαβατήριο των άψυχων πραγμάτων για να γίνουν δεκτά στο βασίλειο της ζωγραφικής του Σόρογκα είναι τα αχνάρια που άφησε πάνω τους ο ανθρώπινος μόχθος. Αυτά τα ίχνη ισοδυναμούν για τον ζωγράφο με μια λανθάνουσα πνοή, που εκείνος την ψηλαφεί και αισθάνεται την υποχρέωση να την αποκαλύψει και να τη διασώσει, δίνοντας στις εικόνες ή καλύτερα στα απεικάσματα αυτών των σεπτών λειψάνων την ευκαιρία μιας δεύτερης ζωής, έξω από το κράτος του χρόνου. Χρόνος・αυτή είναι η λέξη κλειδί για να διεισδύσουμε στο βαθύτερο νόημα της ζωγραφικής του καλλιτέχνη. Ολόκληρο το έργο του Σόρογκα αποτελεί πράγματι μια ποιητική μεταφορά του χρόνου και του «παράφορου» έργου του: να αποδομεί, να σβήνει, να γκρεμίζει τα έργα των ανθρώπων, αφού βέβαια με την άλλη του μεταμφίεση ως Xρόνος-Κρόνος έχει θερίσει και τις ζωές τους.

Ας μιλήσουμε τώρα για την ποιητική του καλλιτέχνη. Γι’ αυτή την διαδικασία μεταστοιχείωσης της υλικής υπόστασης των πραγμάτων σε ιερά απεικάσματα, που διατηρούν ακέραιη την ανάμνηση της ύπαρξής τους. Κυρίως όμως διασώζουν αποκαθαρμένη από κάθε δραματική παραδήλωση την ανάμνηση της φθοράς τους σαν το διάφανο κέλυφος που αφήνει το τζιτζίκι στο τέλος του καλοκαιριού πάνω στους κορμούς των δέντρων. Ο Σωτήρης Σόρογκας χρησιμοποιεί σχεδόν αποκλειστικά το σχέδιο, ακόμη και όταν ζωγραφίζει με πινέλα, θυμίζοντάς μας ότι ωριμάζει τη δεκαετία του ’60, όταν το σχέδιο είχε γνωρίσει μια σημαντική αναβίωση, σε συνδυασμό με το ρεύμα της τέχνης του ελάχιστου (minimal art). Αυτό ενθάρρυνε το νέο ζωγράφο να ακολουθήσει την ενδιάθετη κλίση του προς τα λιτά εκφραστικά μέσα, πρόδηλη ακόμη και στα πρώιμα έργα του. Το σχέδιο, από την ίδια του τη φύση, αποτελεί μια αφαιρετική ερμηνεία της πραγματικότητας. Οι πίνακες του Σόρογκα, διατηρώντας και υπογραμμίζοντας τον γενετικό δεσμό τους με το σχέδιο, περιορίζουν την τονική τους κλίμακα στο άσπρο-μαύρο, με μικρές χρωματικές παρασπονδίες, που και αυτές, όπως και όλη η εικόνα, μοιάζουν με αναμνήσεις μιας άλλης ζωής. Το άσπιλο λευκό πεδίο του καμβά, όπου προβάλλεται το θέμα, λειτουργεί ως φωτεινό και άχρονο διάστημα αλλά και ως σουδάριο, ως ιερά σινδόνη, όπου τα αντικείμενα έχουν αφήσει το μνημονικό τους αποτύπωμα. Στα παλαιότερα έργα το απόλυτο μαύρο, που δικαιολογούσε ένα στόμιο πηγαδιού, μια μισάνοιχτη πόρτα ερειπίου, μια ρωγμή, δραματοποιούσε τη σύνθεση, εισάγοντας το μυστήριο του άγνωστου στην εικόνα.

Ο Σωκράτης συνιστούσε στον Κρατύλο: «Η εικόνα δεν πρέπει να αποδίδει όλα τα στοιχεία όπως είναι στο πράγμα που απεικονίζει. Οφείλουμε να αναζητούμε μιαν άλλη ορθότητα στην εικόνα». Αυτό ακριβώς ακολουθεί και ο Σωτήρης Σόρογκας. Για να δώσει μνημειακό χαρακτήρα στα θέματά του, να αναδείξει την ιερότητα των επάλληλων ανώνυμων βίων που μαρτυρούν, ο ζωγράφος υιοθετεί μεγάλους καμβάδες και μεγεθύνει τα μοτίβα του μεταβάλλοντας συχνά ένα ταπεινό λείψανο σε επιβλητικό μνημείο. Η ιδέα του απεικάσματος υποβάλλεται από την ίδια τη ζωγραφική διατύπωση της μορφής, που είναι συνειδητά αντιρρεαλιστική: ο δημιουργός αποφεύγει τις προοπτικές συνιζήσεις, καθώς και την ψευδαισθησιακή αληθοφάνεια της υφής των πραγμάτων, μεταφράζοντας την απτική ποιότητα σε καθαρά οπτικό γεγονός. Ενίοτε, για να το κάνει ακόμη πιο συνειδητό στον θεατή, παραβιάζει ο ίδιος αυτό τον κανόνα, εισάγοντας ένα στοιχείο, ένα αγριολούλουδο, μια παπαρούνα, κάποια λησμονημένα καρφιά πάνω σε ένα σανίδι, που έχουν ζωγραφιστεί, μόνον αυτά, με παραισθητική αληθοφάνεια. Για να πετύχει την αφαιρετική διατύπωση, που κάνει τις εικόνες του να μοιάζουν με μνημονικές αναδύσεις, χρησιμοποιεί μια σύνθετη τεχνική: «σχεδιάζει» ή ζωγραφίζει παραδοσιακά, επεμβαίνει χειρονομιακά, ραντίζει με χρώμα (dripping), δίνει πνοή στην επιφάνεια και πλούσια υφή στη φόρμα με διάφανες λαζούρες, και δεν διστάζει να παντρέψει ασύντακτα υλικά όπως το κάρβουνο με το λάδι και τα ακρυλικά.

«Το ύφος είναι ο άνθρωπος», διακήρυσσε o Buffon. Το έργο του Σωτήρη Σόρογκα ισοδυναμεί με μιαν αγιογραφία των ταπεινών πραγμάτων, που συνόδεψαν και σημάδεψαν αλλοτινές παρωχημένες ζωές. Είναι ένα έργο που επαληθεύει την αγιότητα, τη σπάνια πνευματικότητά και το ήθος ενός αυθεντικού δημιουργού.

Χαίρομαι και συγχαίρω τους φίλους Μαρίνα και Βασίλη Θεοχαράκη, για την ευκαιρία που μας δίνουν, με αυτή τη γενναιόδωρη παρουσίαση της τελευταίας ώριμης συγκομιδής του καλλιτέχνη, να συμπληρώσουμε την εικόνα του έργου του, μετά την πρόσφατη αναδρομική έκθεσή του στο Μουσείο Μπενάκη.

 

Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα

Ομότιμη Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης

Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης

Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτζου

Leave a Comment