Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  “Εικόνες της γυναίκας στη σύγχρονη ελληνική τέχνη” της Λαμπρινής Καρακούρτη-Ορφανοπούλου

Στην έκθεση παρουσιάζονται έργα καλλιτεχνών από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μέχρι τις μέρες μας, στο πλαίσιο της πολυμορφίας της σύγχρονης δημιουργίας, ως ένα μικρό αντιπροσωπευτικό δείγμα ελληνικής τέχνης.

Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται έργα των Νίκου Νικολάου (1909-1986), Γιώργου Σικελιώτη (1917-1984), Γιάννη Τσαρούχη (1910-1989), Γιάννη Μόραλη (1916-2009), Γιώργου Μαυροΐδη (1912-2003), ζωγράφων που επηρέασαν τη μεταπολεμική αισθητική της Ελλάδας. Ο Γιάννης Τσαρούχης εκπροσωπείται με την έξοχη προσωπογραφία της Δέσποινας με δαντελένιο μπλουζάκι. Πρόκειται για ένα ρεαλιστικό πορτρέτο, στο οποίο η πιστή απόδοση των χαρακτηριστικών του προσώπου συνδυάζεται με την αναζήτηση της αλήθειας, της εσωτερικής φωνής της γυναίκας, την οποία κατορθώνει να μεταδώσει στον θεατή, με την εξαιρετική αξιοποίηση των εκφραστικών δυνατοτήτων του χρώματος, που παραπέμπει στον Βερμέρ. Ο Γιώργος Μαυροΐδης την ίδια περίοδο αξιοποιεί τις καθαρά χρωματικές αξίες με μια εξπρεσιονιστική έκφραση στις Δύο κοπέλες, ενώ ο Νίκος Νικoλάου εμπνέεται τον γυναικείο κορμό, έχοντας ως πρότυπο την αρχαία αγγειογραφία.

Οι επίγονοι της γενιάς του ’30, Αλέκος Φασιανός (1935-), Βασίλης Σπεράντζας (1938-) αποδίδουν τη γυναίκα με μια ιδιαίτερη μορφοπλαστική γλώσσα, με έναν προσωπικό συμβολισμό. Οι γυναίκες του Φασιανού και του Σπεράντζα απεικονίζονται συνήθως σε κατατομή ή τρία τέταρτα, με χαρακτηριστικά αρχαιοελληνικά και με αντιρρεαλιστικό σχέδιο. Οι μορφές τους είναι αναγνωρίσιμες και αποπνέουν τη χαρά της νιότης και της καθημερινής ζωής των λαϊκών ανθρώπων. Αλλά και στο έργο του Δημήτρη Μυταρά (1934 -2017) Α΄ σκηνή από το φανταστικό θέατρο, η γυναικεία μορφή κυριαρχεί από τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του και σφραγίζει το έργο του. Με γνώσεις σκηνογραφίας και ενδυματολογίας, όπως φανερώνει η δομή της σύνθεσης του έργου του, μεταμορφώνει με πρωτόγνωρη ζωντάνια τις γυναικείες μορφές, που απεικονίζονται η μία σε κατατομή και η άλλη να κοιτά τον θεατή με διεισδυτικό βλέμμα.

Οι καλλιτέχνες Χρίστος Καράς (1930), Σαράντης Καραβούζης (1938-2011) και Αχιλλέας Δρούγκας (1940) δημιουργούν ποιητικές-φανταστικές συνθέσεις, τις οποίες εμψυχώνει ο μύθος της γυναίκας. Εσωτερικά τοπία με ζωντανές τις μνήμες ενός λαμπρού παρελθόντος, στα οποία ο μύθος και η μορφή της γυναίκας ταυτίζονται με την έννοια της ζωγραφικής. Οι οικείες συνθέσεις, με το συμβολικό περιεχόμενό τους, προσφέρουν τη δυνατότητα στον θεατή να επικοινωνήσει με τον δημιουργό του έργου συμμετέχοντας στην ανάγνωση. Από αυτήν την άποψη, η σχέση του θεατή με το έργο τέχνης αποτελεί μια προσωπική υπόθεση, η οποία του επιτρέπει να γίνει με τη συμμετοχή του ένα μέρος της δημιουργίας του.

Οι ζωγράφοι Σωτήρης Σόρογκας (1936-), Χρόνης Μπότσογλου (1941-) και Εδουάρδος Σακαγιάν (1957-), απεικονίζουν τη μητέρα τους από διαφορετικές εικαστικές αφετηρίες˙ με μια βιωματική, αμφίσημη ζωγραφική γλώσσα, προκαλούν το βλέμμα του θεατή ενεργοποιώντας τη συγκίνηση και τον στοχασμό για το πρόσωπο της μητέρας. Και οι τρεις καλλιτέχνες αισθάνονται την συναισθηματική ανάγκη να απεικονίσουν τη μητέρα τους, αναπαριστάνοντας τη μνήμη στο πρόσωπο της μητέρας, το οποίο φορτίζεται με εκφραστική ένταση και μετατρέπεται σε μια αρχετυπική εικόνα της γυναίκας. Χαρακτηριστικά ο Χρόνης Μπότσογλου αναφέρει: «Το εγχείρημα λοιπόν να εικονίσεις τη μνήμη ήταν ένας τρόπος να δοκιμάσεις τις επιλογές σου και να αντιμετωπίσεις την αναπαράσταση […] Από αυτή την άποψη, η αναπαράσταση αφορούσε όλη τη ζωή σου, όχι γιατί απεικόνισε μια Νέκυια, αλλά γιατί ήταν ένας αγώνας να βρεις για το νόημα ή, καλύτερα, να συμφιλιωθείς με αυτά που έζησες».

Ο Παναγιώτης Τέτσης (1925-2016) αλλά και οι νεότεροι Στέφανος Δασκαλάκης (1952-), Χρήστος Μποκόρος (1956-) και Γιώργος Ρόρρης (1963-), πιστοί οπαδοί της ζωγραφικής πράξης, κάτοχοι της μαστοριάς των παλιών δασκάλων, μας δίνουν υπέροχα πορτρέτα γυναικών. στα οποία οι καλλιτέχνες ενδιαφέρονται να αιχμαλωτίσουν στον καμβά το σώμα των μοντέλων τους, το οποίο γίνεται η αιτία της ζωγραφικής πράξης τους. Ο Παναγιώτης Τέτσης, από την προσπουδαστική εποχή, φιλοτεχνεί τα πορτρέτα των οικείων προσώπων του, στα οποία αφαιρεί στοιχεία ή προσθέτει. Στα πορτρέτα της έκθεσης αποδίδει τις γυναικείες μορφές ελεύθερα, με έμφαση στη χρωματική απόδοση και στον τόνο της σκιάς. Η μνημειακότητα της Μυρτώς με μπλε βελούδινη μπλούζα, έργο του Στέφανου Δασκαλάκη, επιβεβαιώνει τα λόγια του καλλιτέχνη: «Με γοητεύουν αφάνταστα αυτοί οι καθημερινοί άνθρωποι που χρειάζονται κάτι πολύ λίγο για να μετακινηθούν από την καθημερινότητα τους σε μια άλλη καθημερινότητά τους σε μια άλλη διάσταση, μυθική, μεταφυσική».

Και ο ρεαλιστής ζωγράφος Χρήστος Μποκόρος αποδίδει με ακριβή δεξιοτεχνικό τρόπο τη Μυρσίνη, κόρη του συλλέκτη Σωτήρη Φέλιου, σε μια προσπάθεια υπέρβασης της απτικής πραγματικότητας της εικόνας, παραπέμποντας στην έννοια της αξίας και των κριτηρίων του υψηλού. Ο Γιώργος Ρόρρης με την προσωπογραφία της Ράνιας Τριβέλα, αναμετράται με τις ζωγραφικές του αναζητήσεις, μελετώντας το φως και τη σκιά καθώς και τον ρόλο της μορφής του μοντέλου, όπως μορφοποιείται στον εσωτερικό χώρο του εργαστηρίου του.

Την αποκάλυψη της αλήθειας της γυναικείας μορφής επιδιώκει και ο Μιχάλης Μανουσάκης (1953) στο έργο του Χωρίς τίτλο από τη σειρά Τα μακριά της μαλλιά/σκιάς αεράκι, σκαλίζοντας την ξύλινη επιφάνεια. Με αυτή την ιδιαίτερη προσωπική γραφή αναζητά την αλήθεια που κρύβει η φύση της γυναικείας ψυχής, όπως η σάρκα του ίδιου του ξύλου. Αλλά και ο Σάββας Γεωργιάδης (1975-), μέσα από τα υπερμεγέθη, αινιγματικά γυναικεία πρόσωπα με τα «κόκκινα χιλιοφιλημένα χείλη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος, ζητά να εξερευνήσει τον τρόπο σκέψης της σύγχρονης γυναίκας, την ίδια τη φύση της. Ο Παύλος Σάμιος (1948-) ζωγραφίζει τη γυναίκα σε όλη την καλλιτεχνική του πορεία. Στον πίνακα Με τον Τιτσιάνο, ο ζωγράφος θέλει να τονίσει τον καθοριστικό ρόλο που έχει διαδραματίσει η ζωγραφική του μεγάλου δασκάλου της Αναγέννησης στο εικαστικό έργο του. Η Μαρία Φιλοπούλου (1964-) με το Γυμνό της, ενεργοποιεί ευχάριστα απτικά συναισθήματα, όπως της αφής, της γεύσης του σώματος, του υγρού στοιχείου, και λειτουργεί ως εικαστικός τόπος εσωτερικής ομορφιάς και κάθαρσης κάτω από το ζωογόνο φως της Μεσογείου, καθρεπτίζοντας την αλήθεια και τη θετική στάση ζωής της ζωγράφου.

Leave a Comment