Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  Κώστας Τσόκλης: Το γκριζωπό φως μιας ζωγραφικής αλήθειας (Μέρος B’)

Του Τάκη Μαυρωτά

Τα ερωτικά του έργα, με τη φωτιά του πάθους και του μύθου της νεότητας, είναι απαλλαγμένα από υποκρισία, αφήνοντας ελεύθερες τις μορφές του να ζήσουν τη χαρά της επαφής των σωμάτων, το σκίρτημα, τον οργασμό. Η πνοή της ηδονής είναι άμεσα διακριτή και ανοιχτές οι πόρτες στο βασίλειο της φαντασίας. Ο ίδιος γνωρίζει ότι ο έρωτας στην τέχνη είναι πάντα αθώος, μια «πραγματικότητα» χωρίς τέλος, στον απέραντο χώρο των ονείρων και των επιθυμιών. Οι αισθησιακές του μορφές έχουν τη δική τους ερωτική συνομιλία και ναρκισσιστική αυταρέσκεια. Οι ερωτικές αλήθειες στην τέχνη είναι άπειρες, όπως ενδεικτικά στα έργα των Egon Schiele, Lucian Freud, Balthus, καθώς και των Γιάννη Τσαρούχη, Γιάννη Μόραλη και Τάκη, που υμνούν, καθένας με το δικό του μορφοπλαστικό ιδίωμα, την πίστη του στην αθανασία του έρωτα. Ο Τσόκλης, στις πολυπρόσωπες ερωτικές του συνθέσεις, βάζει σε ισότιμη θέση τους ερωτευμένους με τους μοναχικούς, προκαλώντας μια διέγερση, που έχεις την αίσθηση ότι επιθυμεί να αγκαλιάσει τη χαμένη τρυφερότητα. Έτσι, ο παθιασμένος έρωτας έχει την ίδια μοίρα ζωής με τον άτυχο, αφού έχουν κοινό παρονομαστή την άσβεστη επιθυμία.

Ο Τσόκλης εκφράζεται πάντα ελεύθερα, γιατί ελεύθερο είναι και το πνεύμα του. Δημιουργεί ένα έργο καθαρά διανοητικό, που δεν φαίνεται μονάχα από τη σύνθεση της δομής του, αλλά και από το πνεύμα της κατασκευής του, το οποίο είναι ιδιοφυές. Ο ίδιος, εξάλλου, διαρκώς ανανεώνει την τέχνη του, ανανεώνει την έκφραση των έργων του και αποκαλύπτει με άμεσο και αληθινό τρόπο τον οραματικό του κόσμο. 

Ο εφευρετικός Τσόκλης, με την ακόρεστη πνευματική του τόλμη και την εκφραστική του ευλυγισία, άλλοτε μέσα από σύμβολα και άλλοτε μέσα από μύθους, ορίζει το δικό του σύμπαν. Ο διανοητικός του πλούτος, σε συνδυασμό με τη φλογερή του φαντασία, καθιστούν τα ανέφικτα εφικτά, καταφέρνοντας να δημιουργήσουν τα πολυσυζητημένα μνημειακά του έργα Κιβωτός, Αντανακλάσεις στην Τήνο, Tsoclis, εγώ, ο τελευταίος λεπρός στη Σπιναλόγκα, Μήδεια, Συμπερασματικός Οιδίποδας, Η απρονοησία του Προμηθέα, 100 βρύσες που στάζουν σε 100 κουβάδες, Μικάντο, Κίτρινη σκάλα, Κολώνες, Πληροφορίες, Σπίρτο, Μεγάλο φεγγάρι κ. ά.

 

Τριάντα περίπου χρόνια μελετώ και απολαμβάνω το έργο του Τσόκλη, αφού είχα το προνόμιο στην Πινακοθήκη Πιερίδη να είμαι αντιμέτωπος με τα ιστορικά του έργα Η βάρκα και Το καμακωμένο ψάρι, για μακρά χρονικά διαστήματα. Πρόκειται για μνημειακά έργα, που αντιπροσωπεύουν τις τομές που όρισε ο Τσόκλης στην εξέλιξη της τέχνης. Το πρώτο ορίζει τη σχέση του με τη ζωγραφική δράση και, όπως ο ίδιος δηλώνει: «Η ζωγραφική, σήμερα για μένα, δεν είναι παρά μια ανάμνηση. Δηλαδή, μια εποχή που οι άνθρωποι αρέσκονταν στο να επιδεικνύουν χειρωνακτικές ικανότητες. Έκανα μεγάλη προσπάθεια, τα τελευταία χρόνια, για να δείξω ένα σεβασμό προς τους ζωγράφους-ζωγράφους αυτούς που λέμε. Δεν ήθελα μια πολεμική μαζί τους. Τώρα, όμως, βλέπω ότι θα ήταν καλύτερα να τους είχα πολεμήσει, γιατί καθυστέρησαν, όσο μπορούσαν από τη δική τους πλευρά, την εξέλιξη της τέχνης. Εάν ψάξεις καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα να βρεις τους ζωγράφους και τους αριθμήσεις και από την άλλη, αν αριθμήσεις αυτούς που συνέβαλαν στην ανανέωση της τέχνης, τότε οι ζωγράφοι δεν ξεπερνούν τους πέντε ή δέκα, ενώ οι άλλοι είναι εκατοντάδες για να μην πω χιλιάδες… Η μόνη μας ελπίδα είναι να δούμε ξανά τα υπάρχοντα πράγματα. Πρέπει να ξεχάσεις την τέχνη, αν θέλεις να κάνεις τέχνη. Δεν θα κάνουμε ποτέ πρωτοποριακή τέχνη, όσο η παιδική μας ηλικία προηγείται της ωριμότητάς μας. Εάν δεν ξαναγίνουμε σαν ένα παιδί, που με έκπληξη βλέπει τον κόσμο, δεν θα κάνουμε ποτέ πρωτοποριακή τέχνη».

Η τέχνη είναι κάτι ζωντανό για τον Τσόκλη. Το καμακωμένο ψάρι, με τον πιο εμβληματικό τρόπο, ορίζει τη δική του προσφορά στη φυσιογνωμία της εξέλιξης της τέχνης, με δυνατά οπτικά σύμβολα κινητικών φαινομένων, αλλά συνάμα ορίζει και οριοθετεί την ενότητα των έργων του, που αποκαλεί «ζωντανή ζωγραφική». Ο Τσόκλης οικειοποιείται την τεχνολογία για την απόδοση του οραματικού του κόσμου. Εκείνο, όμως, που επίμονα τον απασχολεί είναι η μορφή και η άρρηκτη σχέση της με τη μνήμη, τη μεταμόρφωση, το μύθο και το μυστήριο. Έτσι, από τη ζωή της θάλασσας και τη φθαρμένη από τα κύματα βάρκα, μας φέρνει αντιμέτωπους με την άλλη όψη του χρόνου, την ακριβή στιγμή του τέλους. Από το Καμακωμένο ψάρι, που βασανιστικά σπαρταρά χωρίς να πεθαίνει, έως τα μεταγενέστερα Καναρίνια, που ασταμάτητα φτεροκοπούν, παλεύοντας για την ελευθερία τους, όλα φτάνουν πιο κοντά στην ουσία της ζωής. Οι βιντεογραφημένες εικόνες του, αυτές πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια, ενδυναμώνουν με την κίνησή τους την αγωνιώδη επιθυμία για ζωή. Η τέχνη γνωρίζει καλά ότι δεν σε αφήνει όταν την αφήνεις γιατί, όπως υποστηρίζει: «Θέλω να αποδειχθεί σε μένα πρώτα και ύστερα στους άλλους ότι δεν έχασα άδικα τη ζωή μου. Ότι δεν ήμουν ένας ανόητος άνθρωπος και ότι το πέρασμα μου, λίγες ώρες μετά το θάνατό μου, θα είναι ακόμη χρήσιμο».

Πολλές φορές, θλιμμένος και πεισματικά διεισδυτικός, ακατάπαυτα δουλεύει μεταξύ της απεικόνισης και της αφαίρεσης. Η σκέψη του, συνήθως, κινείται ανάμεσα σ’ ένα αίσθημα απελπισίας και σε μια πνοή αισιοδοξίας. Η πληρότητα και η συνέπεια χαρακτηρίζουν το έργο του, θαρρείς σαν να επιδιώκει να το συνενώσει με την κοινή ανθρώπινη συνείδηση. Η ζωγραφική, για τον ίδιο, δεν είναι απλό μέσο απεικόνισης, αλλά προσέγγισης της βαθύτερης ουσίας της πολυπλοκότητας του κόσμου. «Προσπάθησα πάντα να είμαι συνεπής με τον ρόλο του καλλιτέχνη, όπως εγώ τον αντιλαμβάνομαι, ως παρατηρητή δηλαδή, ως καταγραφέα» δηλώνει ο ίδιος και συνεχίζει: «και, καθώς πολλά από αυτά που έπεφταν στην αντίληψή μου, δεν μου άρεσαν ή τραυμάτιζαν την ευαισθησία μου, έβρισκα τρόπους έμμεσους να εκφράσουν τη δυσαρέσκεια, την αγανάκτηση ή την αντίθεσή μου. Κι ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν ανέξοδες χαρές και πολυέξοδες λύπες». 

Ο Τσόκλης, στα ενενήντα του χρόνια, συναντά για μια ακόμη φορά τον αγέραστο εαυτό του στην 122η ατομική του έκθεση, στο ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη, σε μια σύνοψη πενήντα αντιπροσωπευτικών κορυφαίων του έργων, με τόση ομορφιά, που σχεδόν σου κόβεται η ανάσα, πείθοντάς μας ότι η τέχνη του είναι αδιαμφισβήτητα αχώριστη από τη ζωή του. Όπως ο ίδιος μου εξομολογήθηκε: «Σε όσους καθρέφτες κι αν κοίταξα, πάντα τον εαυτό μου έβλεπα μέσα. Κάποτε μακιγιαρισμένο, άλλοτε γερασμένο ή τραυματισμένο, χαρούμενο ή λυπημένο, μα τον εαυτό μου. Και δεν μπορώ να πω πως πάντα μου αρέσει. Κι όμως, μ’ αυτό το πρόσωπο υποστηρίζω την ύπαρξή μου». Όπως έγραφα και παλαιότερα, ο Κώστας Τσόκλης, όλα αυτά τα χρόνια, μας παρηγορεί και μας εμπνέει, μας είναι απαραίτητος, γιατί, με το έργο του, φωτίζει το αύριο μ’ έναν πρωτόφαντο κώδικα όρασης. Χρησιμοποιώ τον όρο κώδικα γιατί είναι μια έννοια που αρέσει στον ίδιο και σημαδεύει τη δημιουργική του δράση και την ολόγυμνη αλήθεια της, αποκαλύπτοντάς μας την τέχνη του, το μεγάλο θάρρος του και το πιο υπολογίσιμο. Ένα σπουδαίο έργο, που μεγαλώνει τον κόσμο μας, αφού, με την καθαρότητα του, καθρεφτίζει τον ιλιγγιώδη πόνο της ζωής και τις χαρές που την κάνουν να αξίζει.

Leave a Comment