Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  «Η θάλασσα που μας πίκρανε είναι βαθιά και ανεξερεύνητη και ξεδιπλώνει μιαν απέραντη γαλήνη» Γ. Σ. (ΜΕΡΟΣ Α’)

Του Τάκη Μαυρωτά 

Ο Κωνσταντίνος Βολανάκης σε όλη την καλλιτεχνική του διαδρομή, με βαθειά ζωγραφική αίσθηση και αμείωτο ενθουσιασμό, έστρεψε το βλέμμα του στην απόδοση της θάλασσας, σαν να αποζητούσε να αποκαλύψει τα μυστικά της, την αυθεντική αλήθεια που αντιστέκεται στην αδυσώπητη ροή του χρόνου και κερδίζει την αιωνιότητα. Η ζωή των πλοίων, τα λιμάνια με τις συναθροίσεις των ιστιοφόρων, παρασύρουν το θεατή σε ένα φανταστικό ταξίδι. Η θάλασσα, με τις αισθητικές και ερωτικές συμμετρίες της, προκάλεσε κι άγγιξε με τον χρωστήρα του την οπτική, αλλά και τη μεταφυσική της διάσταση. Η θαλασσογραφία και η τοπιογραφία του έχουν τον δικό τους λόγο και αντίλογο στην ιστορία της τέχνης. Πρόκειται για το αγώνισμα ενός δημιουργού που άφησε μια πληθώρα έργων,πολλά από τα οποία αποτελούν σταθμό της νεοελληνικής τέχνης. Ο καθηγητής της ιστορίας της τέχνης και σπουδαίος μελετητής του έργου του Βολανάκη, Μανόλης Βλάχος επισημαίνει: «Ποικίλες είναι οι επιδράσεις που δέχθηκε ο Βολανάκης και μάλλον εύκολα ανιχνεύσιμες. Ανάγονται σχεδόν όλες στο διάστημα παραμονής του στη Γερμανία, διαχωρίζονται σε αυτές που, έπειτα από μακρά επεξεργασία, συγχωνευμένες,θα αποτελέσουν τη βάση των εκφραστικών του τρόπων και σε εκείνες οι οποίες εισέρχονται αιφνιδίως στο έργο του, παραμένουν λίγο, εγκαταλείπονται, αλλά ενδέχεται να επανέλθουν. Οι πρώτες προέρχονται κυρίως από την ολλανδική σχολή, το κοινό ορμητήριο των περισσοτέρων θαλασσογράφων του 19ου αιώνα. Αφορούν τη δομή και την ιστιοφορία του σκάφους, την κίνηση του μέσα στη θάλασσα, τα σχήματα του κυματισμού και τον σκιοφωτισμό. Πιθανώς, σε μια άλλη πηγή πρέπει να αποδοθεί η απεικόνιση των πυρπολήσεων και των ναυαγίων, ενώ σαφής είναι η συμβολή του Claude Lorrain και του Caspar David Friedrich, στην παράσταση του ουράνιου θόλου και στην πραγμάτευση τουφωτός.» (Μανόλης Βλάχος, Βολανάκης, 2016, εκδόσεις Peak).

Η σπαραγμένη ανθρώπινη πραγματικότητα, σύμφυρμα πολιτικών συγκρούσεων και αμέτρητων παθημάτων, στάθηκε αιτία για μνημειακά του έργα με ναυμαχίες και πυρπολήσεις, όπως: «Το πλοίο της γραμμής Kaiser στη ναυμαχία της Λίσσας» (Μουσείο Καλών Τεχνών Βουδαπέστης), «Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας» (Αρχηγείο Ναυτικού), «Η πυρπόληση του τουρκικού πολεμικού πλοίου» (City Art Gallery Leeds), «Η έξοδος του Άρεως» (Συλλογή Ευαγγέλου Αγγελάκου) και «Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου κατά Garneray»(Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος) μεταξύ των άλλων. Ο Βολανάκης αισθανόταν βαθιά το χρέος του απέναντι στην ευρωπαϊκή ιστορία και ήταν αλληλέγγυος με τα πάθη και τον αγώνα εκείνων που υποστήριζαν την ελευθερία τους. Χωρίς, βέβαια, να προσπερνάμε το γεγονός ότι εστίαζε περισσότερο το ενδιαφέρον του στη ζωγραφική κορύφωση των συνθέσεων με την απόδοση, για παράδειγμα, των υποβλητικών ιστίων και των αντανακλάσεων του φωτός παρά στην πιστή αναπαράσταση των ιστορικών γεγονότων αφήνοντας τη ζωγραφική κορύφωση να έχει τον πρωτεύοντα ρόλο. Το 1866 έλαβε μέρος στο διαγωνισμό της αυστριακής κυβέρνησης για την απεικόνιση της Ναυμαχίας της Λίσσας. Ταξίδεψε στην Αδριατική για να εμπνευστεί από τον τόπο της σφοδρής σύγκρουσης ανάμεσα στoν πολυάριθμο στόλο της Ιταλίας και τη μικρή δύναμη της αυστριακής αυτοκρατορίας, που έληξε με τον θρίαμβο των Αυστριακών. Ένα χρόνο αργότερα παρουσίασε τον εντυπωσιακό αυτό πίνακα στην Καλλιτεχνική Έκθεση της Βιέννης, ο οποίος αγοράστηκε από τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ. Η υψηλή ποιότητα της ζωγραφικής του συνέβαλε στη συμμετοχή του σε πολλές εκθέσεις της Καλλιτεχνικής Εταιρίας του Μονάχου, από το 1869 έως το 1878, ενώ το 1877 ο πολυσυζητημένος πίνακάς του «Η ναυμαχία του Τραφάλγκαρ» αγοράστηκε από το υπουργείο Ναυτικών της Αγγλίας. Ο πίνακας αποτύπωνε τη ναυτική συμπλοκή που πραγματοποιήθηκε δυτικά του ακρωτηρίου Τραφάλγκαρ το 1805 μεταξύ του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού, με επικεφαλής τον ναύαρχο Οράτιο Νέλσονα, και του συμμαχικού στόλου του γαλλικού και ισπανικού Ναυτικού, υπό τον Γάλλοναύαρχο Πιερ-Σαρλ Βιλνέβ, κατά τη διάρκεια του πολέμου του Γ’ Συνασπισμού και των Ναπολεόντειων Πολέμων. Ο γαλλο-ισπανικός στόλος έχασε 21 πλοία, ενώ δεν χάθηκε ούτε ένα βρετανικό, καθιστώντας έτσι τη ναυμαχία ως την πλέον αποφασιστική όλου του πολέμου, όπου ουσιαστικά τερμάτισε οριστικά τα γαλλικά σχέδια εισβολής στην Αγγλία.

Η «Ναυμαχία της Σαλαμίνας» (Συλλογή Αρχηγείου Ναυτικού) με τη δραματική ένταση της σύρραξης ανάμεσα στα πλοία των Ελλήνων και των Περσών αντανακλά το αίσθημα ανδρείας των Ελλήνων και παραμένει σύμβολο των αγώνων των ελεύθερων ανθρώπων. Σε μια τριήρη διακρίνεται η βασίλισσα της Αλικαρνασσού, Αρτεμισία, για την οποία ο Ξέρξης είπε: «Οι άνδρες μου έγιναν γυναίκες και οι γυναίκες, άνδρες». Ο σπουδαίος αυτός πίνακας τεκμηριώθηκε από τον καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Μανόλη Βλάχο, που απέδειξε το 1974 με τη διδακτορική του διατριβή ότι πρόκειται για τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και όχι για τη Ναυμαχία του Ακτίου, όπως λανθασμένα είχε θεωρηθεί. Η ιστορία πάντα συγκινούσε τον Βολανάκη και με το χρωστήρα του ζωντανεύει τη μνήμη όπως με τους πίνακες «Η έξοδος του Άρεως» και «Η άφιξη της πριγκίπισσας Σοφίας στο Φάληρο» (Συλλογή Ευαγγέλου Αγγελάκου), όπου ο ζωγράφος με τη στέρεα ζωγραφική του εμπειρία κορυφώνει την πολεμική ατμόσφαιρα στον πρώτο, ενώ στο δεύτερο το εορταστικό κλίμα της άφιξης της αδελφής του Αυτοκράτορα της Γερμανίας, Γουλιέλμου Β΄, στο Φάληρο.

Ο Βολανάκης σπούδασε στην Ακαδημία του Μονάχου κοντά στον Karl von Piloty, ταξίδεψε στην Βιέννη, το Παρίσι, το Λονδίνο και τη Βενετία για να γνωρίσει σε βάθος τη μεγάλη ζωγραφική. Έζησε είκοσι δημιουργικά χρόνια στο Μόναχο με τη σύζυγό του, Φανή Ιωάννου-Χρηστίδου,και τα δύο του παιδιά, που τον γιο του βάπτισε ο Πολυχρόνης Λεμπέσης, ενώ την κόρη του ο αγαπημένος του φίλος, Νικόλαος Γύζης. Καθοριστική υπήρξε η επαφή του με το έργο των Gaspar David Friedrich και Gustave Gourbet, αυτούς τους μεγάλους για πολλούς πρωτοπόρους της σχολής του ρεαλισμού. Πάντα θυμάμαι τις σκέψεις του καταξιωμένου Γάλλου ζωγράφου από την έκθεση «Still Life, Αριστουργήματα από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης: Παράδοση και Καινοτομία», που πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη το 2013: «Η ζωγραφική είναι μια τέχνη του ορατού και για αυτό πρέπει να αναλώνεται σε πράγματα ορατά. Για τον ίδιο λόγο πρέπει να εγκαταλειφθούνοι ιστορικές σκηνές της σχολής του κλασικισμού καθώς και τα θέματα που πηγάζουν από την ποίηση του Γκαίτε και του Σαίξπηρ, αγαπημένα θέματα της σχολής του ρομαντισμού». Ο Νικόλαος Γύζης, ο Πολυχρόνης Λεμπέσης και ο Γιώργος Ιακωβίδης ήταν οι φίλοι του, που μοιράστηκαν τις ίδιες αγωνίες για την πρόοδο της τέχνης τους στο Μόναχο. Πιστός στην ακαδημαϊκή παράδοση, ο Βολανάκης τονίζει τις επιμέρους λεπτομέρειες των θεμάτων δίνοντας έμφαση στην πιστή αναπαράσταση της οπτικής πραγματικότητας. Η ευκρίνεια, οι μεταβολές του φωτός, η πολύμορφη και διαφορετική απόδοση των σύννεφων, η φευγαλέα κίνηση του καπνού των φουγάρων αποτελούν γνώριμα στοιχεία του έργουτου. Εκείνο που τον απασχόλησε κυρίως ήταν η απεραντοσύνη της φύσης, η σχέση της θάλασσας με τον ουρανό και η ζωή των αγαπημένων του πλοίων, που αποτελούν την ταυτότητα του ζωγραφικού του κόσμου. Έτσι, επιστρατεύονται μύριες τονικότητες του γαλάζιου και του γκρι έως του καφέ και του κόκκινου για να αποτυπώσει κάθε φορά μια διαφορετική ατμόσφαιρα, μια διαφορετική συγκίνηση. Η υγρή φωτεινότητα, τα λαμπυρίζοντα χρώματα της θάλασσας, το μυστηριακό σκοτάδι στο λιμάνι του Βόλου προκάλεσαν το ενδιαφέρον του για το φως και το χρώμα, τη σχεδιαστική ακρίβεια και τη δομημένη σύνθεση. Το έργο του χαρακτηρίζεται από την αίσθηση της κίνησης, αλλά και της ακινησίας,την απόδοση του στιγμιαίου, αλλά και του φευγαλέου. Μικρά και μεγάλα ιστιοφόρα, φρεγάτες, μπρίκια, μπρατσέρες και καΐκια χαρακτηρίζουν το έργο του και, όπως τονίζει ο Ναύαρχος Ιωάννης Παλούμπης, «Ο Βολανάκης θεωρείται ο σημαντικότερος απεικονιστής των πλοίων και σκαφών της εποχής του. Ο καλλιτέχνης έζησε τη μεταβατική περίοδο που η ναυτιλία άλλαξε τρόπο πρόωσης και πέρασε από τα πανιά στον ατμό. Ήταν μια μακρά περίοδος που κράτησε περίπου εκατό χρόνια και συνοδεύτηκε από αμφιβολίες ως προς την αποτελεσματικότητα και την πρακτικότητα του νέου τρόπου κίνησης των καραβιών. Στη μεταβατική αυτή περίοδο κυκλοφορούσαν και συνυπήρχαν τα παραδοσιακά ιστιοφόρα με τα νέα ατμόπλοια που κατασκευάζονταν για ένα διάστημα σε δύο μορφές, τα τροχήλατα και τα νεώτερα ελικοφόρα» (Κ. Βολανάκης 1837-1907, Ο ποιητής της Θάλασσας, [Πειραιάς 2009]).

(…)

Leave a Comment