Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  Ιχνηλατώντας την ανανέωση της ανθρώπινης μορφής (Μέρος Δ’)

της Λαμπρινής Καρακούρτη-Ορφανοπούλου

Η ανθρώπινη μορφή στη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική

Από την Αφαίρεση και την Ποπ Αρτ σε εκδοχές της μεταπολεμικής, σύγχρονης δημιουργίας

Στην Ελλάδα οι ανεικονικές και αφαιρετικές τάσεις αποτελούν σύντομα διαλείμματα, που έλαβαν χώρα κυρίως τη δεκαετία του ’50, ενώ τη δεκαετία του ’60 και μετά παρατηρείται μια πολυσημία εικαστικών στόχων και μορφών. Η ανθρώπινη μορφή αποτελεί αγαπημένο θέμα των καλλιτεχνών, στο πλαίσιο της πολυμορφίας της σύγχρονης δημιουργίας.

Ο Πάρις Πρέκας (1926-1999), ο Χρίστος Καράς (1930) και ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος (1939) στη δεκαετία του ’60 οδήγησαν την ανθρώπινη μορφή σε εκφράσεις με μικρότερη ή μεγαλύτερη αφαίρεση. Ο Χρίστος Καράς στο έργο του Έξοδος, δημιουργεί χρωματικές φόρμες που φέρουν, αν και αφηρημένα, την υπόμνηση της ανθρώπινης μορφής. Η αφαιρετικότητα και η εξπρεσιονιστική γραφή χαρακτηρίζουν το έργο. Σώματα στα όρια της αποσύνθεσης, δηλώνουν αδιέξοδο και απόγνωση. Αλλά και το έργο του Πάρι Πρέκα, Αστυάναξ με την εύστοχη απόδοση των πλαστικών γεωμετρικών συμβόλων -κύκλου, καμπύλης, οριζόντιας, κάθετης- που σε κάθε περίπτωση υπονοούν διαφορετικές μορφές, βοηθά τον θεατή να συλλάβει τη σύνθεση μέσω των σημαινομένων λεπτομερειών και σχημάτων.

Η ανθρώπινη μορφή είναι παρούσα και στο εικαστικό έργο του Δημοσθένη Κοκκινίδη (1929), ο οποίος τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, ασχολείται με τις ανθρώπινες σχέσεις στον κοινωνικοπολιτικό χώρο και τον προβληματίζει ο κίνδυνος της αλλοτρίωσης του ανθρώπου. Το έργο του Αντίθεση, ανήκει στα έργα που δημιούργησε από το 1974-1981, με αφετηρία τις μαζικές πολιτικές διαδηλώσεις και εκφράζει μια προσωπική διαμαρτυρία με τη μετατόπιση σε κάτι πιο εσωτερικό, το οποίο εκφράζεται με το χρώμα. Οι ανθρώπινες μορφές μέσα σε ένα άπλετο κίτρινο χρωματικό φόντο, διαλύονται μέσα στην εκρηκτική λάμψη και την επεκτατική διάχυση του χρώματος, παραμένοντας πάντα αναγνωρίσιμες. Το ίδιο συμβαίνει και στο έργο Σύλβια, του Άλκη Πιερράκου (1920-2017), όπου η γυναικεία μορφή αναδύεται μέσα από ένα φάσμα χρωμάτων.

Από τη δεκαετία του ’70 και μετά, οι αναπαραστατικές τάσεις και οι κώδικες της Ποπ Αρτ κατέχουν περίοπτη θέση και συνοδεύονται από προτάσεις για κοινωνική κριτική, αμφισβήτηση και αναθεώρηση των στόχων της τέχνης.

Ο Γιάννης Γαΐτης (1923-1984) επηρεασμένος από τα μορφικά στοιχεία της ευρωπαϊκής Ποπ Αρτ, καθιστά τον άνθρωπο πρωταγωνιστή στις συνθέσεις του, όχι σαν φορέα μύθων αλλά σαν φιγούρα ισοπεδωμένη, ανέκφραστη, χωρίς ατομικά χαρακτηριστικά. Οι μορφές του στη Σύνθεση είναι παραταγμένες κατά ομάδες με ριγέ ή καρό κοστούμια, αποδιδόμενες σε παράλληλα επαναλαμβανόμενα θέματα και σε ακαθόριστο χώρο, εκφράζοντας τη θυσία της ανθρώπινης υπόστασης στην κοινωνία του καταναλωτισμού. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Μαρτυρία ενάντια στην εποχή μας, σ’ αυτά που ζούμε, αυτή είναι η ζωγραφική μου. Κάνοντας ανθρωπάκια, λυτρώνομαι εγώ […] Το απρόσωπο ανθρώπινο στοιχείο κυριαρχεί στα έργα μου. Αντιπροσωπεύω το σημερινό μας πρόβλημα και το παρουσιάζω με σύγχρονα μέσα […] Τα έργα μου τα κάνω για τον εαυτό μου, ύστερα θέλω να φύγουν από πάνω μου. Θέλω να τα πουλήσω για να ζήσω. Ο καλλιτέχνης είναι κι αυτός στο καταναλωτικό κύκλωμα του καιρού του».14

Με αυτήν την σχηματική, λιτή εκδοχή της ανθρώπινης ύπαρξης που συνδυάζει το μάθημα του μοντερνισμού και της πρωτοπορίας, ο Γιάννης Γαΐτης δημιουργεί ανθρώπινες μορφές-σύμβολα που αποκαλύπτουν την ίδια εποχή και τη φυσιογνωμία της και μας διδάσκουν πώς να μη γίνουμε πλήθος. «Οι φιγούρες του μπορεί να γίνουν ένα πραγματικό ηθικοπλαστικό αντίδοτο για όσους δεν θέλουν πια να έχουν σχέση με «το παιχνίδι της ανώνυμης σφαγής».15

Ο Παύλος (Διονυσόπουλος) (1930-2019) επηρεασμένος από το κίνημα των Νέων Ρεαλιστών μας έδωσε και αυτός εικόνες του σύγχρονου ανθρώπου στην εποχή της κατανάλωσης. Με την εμπειρία του από τη συνεργασία με τον Pierre Restany, δημιούργησε αντικείμενα που προέρχονται από τον σύγχρονο κόσμο. Είναι αντικείμενα που αντανακλούν τις νοοτροπίες, τις συμπεριφορές και τις ανάγκες μας, δηλώνοντας ταυτοχρόνως, μέσα από τις επιλογές αυτές, το «ποιοτικό στίγμα του πολιτισμού», στον οποίο ανήκουμε. Χρησιμοποιεί κομματιασμένες αφίσες (affiches massicotées), εγκιβωτισμένες σε πλεξιγκλάς και μορφοποιεί τα αντικείμενα τόσο ρεαλιστικά, ώστε να αναγνωρίζονται στα έργα Παλτό και καπέλο και Παλτά. Ο Παύλος, αναφέρει: «προτείνω μία δική μου αλήθεια, μέσα στην αλήθεια της ζωής, έναν χώρο μέσα στο χώρο, μία άλλη πραγματικότητα μέσα στην πραγματικότητα».16

Ο Αχιλλέας Δρούγκας (1940), δημιουργεί ένα δικό του προσωπικό εικαστικό κώδικα, με επιρροές από την Ποπ Αρτ και τον Φωτορεαλισμό. Το έργο του Σύνθεση με Γραβάτα, παραπέμπει στον Ρενέ Μαγκρίτ (1898-1967) και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα ποιητικού μυστηρίου. Η Γραβάτα στο έργο του, συνεκδοχικά αναφέρεται σε πρόσωπο που δεν παριστάνεται, αλλά γίνεται αισθητό μέσω της απουσίας του. Άριστος δεξιοτέχνης του σχεδίου, προβάλλει τις διαχρονικές αξίες της συμμετρίας και της ισορροπίας και μετατρέπει τη ζωγραφική σύνθεση σε μια ελεύθερη συνειρμική εικόνα του ανθρώπου. Το έργο ανήκει στις πρώτες του ζωγραφικές δουλειές, μετά τις σπουδές του και τις μελέτες του στην χαρακτική τέχνη.

Ο Ντίκος Βυζάντιος (1924-2007), γιος του Περικλή Βυζάντιου, έζησε και εργάστηκε στο Παρίσι, όπου συνδέθηκε με ευρωπαίους καλλιτέχνες και διανοούμενους. Από τα πρώτα χρόνια τον απασχόλησε η ανθρώπινη μορφή. Αφού πειραματίστηκε με τη φόρμα και το χρώμα, από τη δεκαετία του ‘70 επέστρεψε στην παραστατική ζωγραφική με ανθρωποκεντρικές συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων, μέσα στο απελευθερωτικό κλίμα της μεταμοντέρνας συνθήκης. Στο έργο του Μορφές, η επιμήκυνση των μελών στις μορφές, η στάση των μοντέλων, η εισαγωγή της σκάλας, του τραπεζιού, η παρεμβολή των κομμένων διαγώνιων γραμμών και ο σκοτεινός και αινιγματικός χώρος δημιουργούν ένα μυστηριακό και αινιγματικό περιβάλλον.

Μέσα σε αυτό το κλίμα κινείται και ο Γεώργιος Βακιρτζής (1923-1988). Δημιουργεί συνθέσεις υποκειμενικού ρεαλισμού, με την οικειοποίηση της κλασικής αναπαραστατικής ζωγραφικής. Στο έργο Η Σχολή των Αθηνών, ο ζωγράφος διαλέγεται με τον Ραφαήλ (1483-1520) και δημιουργεί ένα σύνολο, στο οποίο η κλασσική λιτότητα συνδυάζεται με σύγχρονους ανθρώπινους τύπους, που χαρακτηρίζονται από εσωτερικότητα. Προβάλλει την εικόνα του σημερινού κόσμου, την απομόνωση και την έλλειψη εσωτερικής επαφής του ενός ανθρώπου με τον συνάνθρωπό του.

Ο Δημήτρης Μυταράς (1934-2017), οπαδός της ανθρωποκεντρικής ζωγραφικής, χρησιμοποιεί με την ίδια άνεση τον ρεαλισμό και τη μυθοπλασία για να μας δώσει πολύ όμορφα πορτρέτα και συνθέσεις με ανθρώπινες μορφές. Σημασία για τον ζωγράφο δεν έχει το θέμα, αλλά ο τρόπος έκφρασής του. Στο έργο Τα Πέτσινα Γάντια, η κοινωνική πραγματικότητα και η βία της σύγχρονης κοινωνίας μεταπλάθεται σε εικαστική εικόνα. Το πλάσιμο και η χρωματική επεξεργασία προσδίδει στη μορφή μια αίσθηση υποβόσκουσας βίας που κυριαρχεί στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Στο έργο Καθιστή ανδρική μορφή ο ζωγράφος σχεδιάζει με χρώμα την ανθρώπινη μορφή και μας δίνει το βαθύτερο χαρακτήρα και τη ψυχολογία του μοντέλου του. Ο Μυταράς ζωγραφίζει την καθιστή αντρική μορφή ως μια απόπειρα να αντιμετωπίσει τον άνθρωπο, έτσι όπως εμφανίζεται κάτω από το πρίσμα της δικής του υποκειμενικότητας.

Ο Χρόνης Μπότσογλου (1941) έχει ασκηθεί σε όλη την πορεία του με την απόδοση της ανθρώπινης μορφής. Οι μορφές του διακρίνονται για την εξπρεσιονιστική τους γραφή και τη σχέση τους με το βιωμένο χώρο. Αναφορικά με το έργο του Πτώση, αναφέρει στις ημερολογιακές εγγραφές του: «το βίωμα, περισσότερο ή λιγότερο άμεσο, συντάσσεται και αποκαλύπτεται στη ζωγραφιά. Μέσα λοιπόν από το βάσανο του σώματος προσπαθούσα να μιλήσω με εικόνες, για ζητήματα πνευματικά, γιατί πνευματικά είναι τα ζητήματα της ανάπτυξης των ανθρώπινων σχέσεων, της συμπεριφοράς μας και της κατανόησης του κόσμου μας. Ανάλογα οι ιδέες μέσα από το βάσανο του σώματος και της ψυχής μας γίνεται μπορετό να εικονιστούν στις ζωγραφιές. Όταν δούλευα την «Πτώση», ξεκαθάρισε μέσα μου μια σκέψη: […] η ιδέα είναι ότι ο καλλιτέχνης είναι ο σαμάνος σε μια εποχή που ο άνθρωπος έχει απογυμνωθεί από κάθε ελπίδα. Ο όρθιος άντρας που στέκει μπροστά στη νύχτα και το φόβο είναι ο σαμάνος, ο οποίος, αφού πέρασε τη δοκιμασία της μύησης στη μοναξιά, επιστρέφει πάνω από το τσακισμένο πτώμα της νεότητας του, μεταφέροντας την ψυχή του στον τόπο της αποδοχής».17 Πρόκειται για ένα υπαρξιακό έργο, στο οποίο ο ζωγράφος αποτυπώνει τη ψυχή και την εικόνα του σώματός του.

 

Η Γενιά του’ 80. Ένας νέος ανθρωποκεντρισμός

Οι ζωγράφοι της ομάδας αυτής έχουν βαθιά γνώση των αρχών της τέχνης τους. Οδηγούνται στη ρεαλιστική αναπαράσταση της ανθρώπινης μορφής, επιχειρώντας να μας δώσουν την αλήθεια και τη συγκίνηση του βιώματός τους. Ο καθένας τους βλέπει στο μοντέλο του μίαν άλλη εικόνα, την οποία και απεικονίζει, έχοντας κύριο άξονα των πλαστικών αναζητήσεων, την χειρονομιακή πινελιά και την παχύρευστη ένταση της υφής του χρώματος. Η σωματική υλικότητα των μοντέλων τους έλκει τον θεατή και μικραίνει την απόσταση ανάμεσα τους.

Στην ενότητα αυτή παρουσιάζεται το Πορτραίτο Μ. Ψ. του Παναγιώτη Τέτση (1925-2016), ο οποίος υπήρξε πιστός οπαδός της ζωγραφικής του βλέμματος και δάσκαλος πολλών καλλιτεχνών αυτής της γενιάς. Ενδιαφέρεται να αιχμαλωτίσει στον καμβά το σώμα του μοντέλου του, το οποίο γίνεται η αιτία της ζωγραφικής του πράξης. Εκφράζεται με την χρήση του χρώματος και αποδίδει την ανθρώπινη μορφή ελεύθερα, προσθέτοντας ή αφαιρώντας στοιχεία.

Ο Ξενοφών Μπήτσικας (1963) με το έργο του Ο Μετανάστης εστιάζει σε ένα σύγχρονο κοινωνικό θέμα. Πρόκειται για μια ξύλινη κατασκευή, όπου στο κέντρο κυριαρχεί μια αντρική μορφή με τη βαλίτσα του, υπαινισόμενος τον οικονομικό μετανάστη, που εκατέρωθεν τον πλαισιώνουν μορφές και μνήμες του. Ο Μπήτσικας, εκτός από την άρτια σχεδιαστική και ζωγραφική ικανότητά του, σκηνοθετεί με άριστο τρόπο τη σύνθεσή του. Η αφηγήσή του γίνεται πιο εκφραστική, μέσω των εικόνων που δημιουργεί, επισημαίνοντας στον θεατή την ανθρώπινη μοίρα του: τη γέννηση-ζωή, τον έρωτα, τη φθορά και το γήρας.

Ο Μιχάλης Μαδένης (1960) και ο Γιώργος Ρόρρης (1963), είναι μαθητές του Παναγιώτη Τέτση (1925-2016). Ο δάσκαλός τους, μεταλαμπάδευσε την αγάπη του για τη ζωγραφική του βλέμματος. Ενδιαφέρονται για την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση και ζωγραφίζουν ανθρώπινες μορφές, στις οποίες αποκαλύπτεται ένας απροκάλυπτος ύμνος στην ίδια τη ζωγραφικότητα, ως «ένα κομμάτι ζωγραφικής παλλόμενης και ζωντανής», αποδίδοντας ταυτόχρονα τη ψυχική κατάσταση των μοντέλων τους.

Ο Θανάσης Μακρής (1955), μαθητής του Μόραλη, στο έργο Φιγούρα, επιχειρεί να μας δώσει μια ψυχογραφική ερμηνεία της γυναικείας μορφής, μέσω του χρώματος και του προσωπικού εικαστικού του χαρακτήρα.

Μέσα από αυτή την εικαστική περιήγηση είναι αυταπόδεικτο ότι η εικόνα του ανθρώπου αποτελεί το κύριο θέμα των Ελλήνων ζωγράφων σ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Οι πολύτροπες απεικονίσεις της ανθρώπινης μορφής μαρτυρούν τον διάλογο με τη ζωή, τη βαθειά διερεύνηση της φόρμας της, τα βιώματα των καλλιτεχνών και τις ιστορικο-κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες δημιουργήθηκαν. Διακρίνονται άλλοτε από την έντονη σχηματοποίηση, άλλοτε από το καθοριστικό ρόλο του φωτός και του χρώματος και άλλοτε από την υπέρβαση μιας κλασικής ζωγραφικής για την κατάκτηση της νέας εικόνας του σύγχρονου ανθρώπου, διεισδύοντας στο σώμα της κοινωνικής πραγματικότητας, μέσα από διάφορα παραστατικά ιδιώματα. Το σύνολο της εικαστικής δημιουργίας, με θέμα την ανθρώπινη μορφή, απευθύνεται τόσο στο βλέμμα όσο και στη ψυχή μας, επιτρέποντάς μας μια ανοικτή προσωπική ερμηνεία της ανθρώπινης υπόστασης.

CLIO MUSE TOURS

Δυστυχώς οι συνθήκες δεν επιτρέπουν στο κοινό να επισκεφθεί εκθεσιακούς χώρους, αλλά μπορείτε πάντα να περιηγηθείτε στην  “Ανθρώπινη Μορφή στην Ελληνική Ζωγραφική 20ος αι.”, ψηφιακά από το σπίτι σας, μέσω της εφαρμογής Clio Muse!Πληροφορίες εδώ.

Leave a Comment