Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  Ιχνηλατώντας την ανανέωση της ανθρώπινης μορφής (Μέρος Α’)

της Λαμπρινής Καρακούρτη-Ορφανοπούλου

H ανατολή του 20ού αιώνα βρήκε τους Έλληνες καλλιτέχνες να αποδεσμεύονται από τον ακαδημαϊκό νατουραλισμό και να προχωρούν σε πιο υποκειμενικές αποδόσεις της ανθρώπινης μορφής, εγκαταλείποντας την προοπτική και αναγνωρίζοντας τη δισδιάστατη πραγματικότητα της ζωγραφικής επιφάνειας. Η ανανέωση αυτή έχει την αφετηρία της στον 19ο αιώνα και συγκεκριμένα στο κίνημα του Ιμπρεσιονισμού και στο δίδαγμα του Πωλ Σεζάν (1839-1906), του κατεξοχήν θεμελιωτή της τέχνης του 20ού αιώνα, που έδωσε έμφαση στην κατάργηση της προοπτικής και στην οργάνωση του χώρου με βάση την ογκοπλαστική λειτουργία του χρώματος.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, κάνουν την εμφάνισή τους όλα τα κινήματα της μοντέρνας τέχνης, και η επιρροή των έργων των Καρλ Μαξ (1818-1883), Φρίντριχ Νίτσε (1844-1900), Άρθουρ Σοπενχάουερ (1788-1860), Άλμπερτ Αϊνστάιν (1879-1955) και Σίγκμοντ Φρόυντ (1856-1939), μεταξύ άλλων, σηματοδότησαν και όρισαν καινούριες αντιλήψεις. Στο καλλιτεχνικό πεδίο, η αναζήτηση, εκτός των ακαδημαϊκών κύκλων, οδήγησε στην ανανέωση της εικαστικής γλώσσας και στην εμφάνιση των κινημάτων της μοντέρνας τέχνης. Ο Πάμπλο Πικάσσο (1881-1973) δημιουργεί Τα Κορίτσια της Aβινιόν, το 1906-7, και σηματοδοτεί ακόμη μια νέα στάση απέναντι στις εκφραστικές δυνατότητες της ανθρώπινης μορφής. Το έργο του χαρακτηρίστηκε ως «το πρώτο γνήσιο τέκνο του 20ού αιώνα» καθώς επιχειρείται μια νέα προσέγγιση όσον αφορά την απόδοση του χώρου, την έκφραση των ανθρώπινων συναισθημάτων και των καταστάσεων του νου. Ο Πάμπλο Πικάσσο με το έργο αυτό, απομάκρυνε την κλασική αντίληψη της ευρωπαϊκής τέχνης για την ανθρώπινη μορφή, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί από την Αναγέννηση και μετά, όσο και από την ψευδαίσθηση του τρισδιάστατου χώρου, που εξασφάλιζε η κεντρική προοπτική.
Στην Ελλάδα, στις αρχές του 20ού αιώνα, οι Έλληνες καλλιτέχνες μεταβαίνουν στα μητροπολιτικά κέντρα, μετεκπαιδεύονται και έρχονται σε επαφή με τα ανανεωτικά ρεύματα της μοντέρνας τέχνης. Οι νεωτεριστές ζωγράφοι διεκδικούν την αυτονομία της ζωγραφικής και τον αυτοπροσδιορισμό της.
Η έκθεση αυτή, πάνω σε μια ιδέα της Διευθύντριας της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα, σηματοδοτεί την αποδέσμευση της ανθρώπινης μορφής από τον ακαδημαϊκό νατουραλισμό και την υποκειμενική ερμηνεία της μέσα από τα διάφορα παραστατικά ιδιώματα, στην ελληνική ζωγραφική του 20ού αιώνα. Μέσα από την επιλογή των έργων, -ένα μικρό αντιπροσωπευτικό δείγμα των συλλογών της ΕΠΜΑΣ-, η έκθεση παρουσιάζει την εξέλιξη της ανθρώπινης μορφής στην ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής κατά χρονολογικές ενότητες, συνδέοντας διαφορετικές γενιές καλλιτεχνών με την ανθρωποκεντρική ζωγραφική του 20ού αιώνα.

Επιβιώσεις του Ιμπρεσιονισμού στους ακαδημαϊκούς ζωγράφους
Στην Ελλάδα, στις αρχές του 20ού αιώνα, παρά τις ανανεωτικές προσπάθειες των νεότερων Ελλήνων καλλιτεχνών διαπιστώνεται πως ήταν αδύνατον να αναπτυχθεί ένας εικαστικός μοντερνισμός, ανάλογος με τα μοντέρνα κινήματα που είχαν διαμορφωθεί στο δυτικοευρωπαϊκό χώρο, καθώς απουσίαζαν όλες οι αναγκαίες συνθήκες ανάπτυξής τους, όπως η εκβιομηχάνιση και η αστικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας. Γι’ αυτό και η ελληνική ζωγραφική αρχίζει να αποδεσμεύεται σταδιακά από τον ακαδημαϊκό νατουραλισμό και συμπεριλαμβάνει καλλιτέχνες που έμειναν δεσμώτες των ακαδημαϊκών συμβάσεων, δημιουργώντας έργα πολύ κοντά στην ακαδημαϊκή ατμόσφαιρα της Σχολής Καλών Τεχνών. Η έκθεση του Γεωργίου Γουναρόπουλου (1890-1977), από τα πρώιμα έργα του, διατηρεί τον ακαδημαϊκό νατουραλισμό και μας φανερώνει τις αντιλήψεις της αστικής αθηναϊκής κοινωνίας. Με τη γνώριμη σκούρα παλέτα των ακαδημαϊκών, ο ζωγράφος μας μεταφέρει στο εσωτερικό μιας αίθουσας τέχνης, που αποκαλύπτει ότι το φιλότεχνο κοινό αναζητά την αισθητική απόλαυση σε ζωγραφικά έργα, με περιγραφική και διακοσμητική λειτουργία, σε μια πρώιμη μορφή καλλιτεχνικής ζωής στην Αθήνα. Ο Γουναρόπουλος ανανεώνει τη ζωγραφική του μέσα στον 20ό αιώνα και επιδίδεται σε έναν ονειρικό συμβολισμό.
Ζωγράφοι όπως ο Συμεών Σαββίδης (1859-1927) και η Θάλεια Φλωρά Καραβία (1871-1960) χρησιμοποιώντας τα βασικά διδάγματα του Ιμπρεσιονισμού, ενσωμάτωσαν μορφές και χώρο για να εφαρμόσουν τις νέες ανακαλύψεις τους στον χώρο του χρώματος και της διάπλασης των μορφών. Ζωγραφίζουν τις ανθρώπινες μορφές στο ύπαιθρο και σε ιδιωτικούς χώρους (intime), με μικρές, κοφτές πινελιές και καθαρά χρώματα, με σκοπό να αποδώσουν τις εντάσεις του φωτός και την παροδικότητα της παρουσίας τους. Το φως είναι το κύριο ζωγραφικό στοιχείο, δηλαδή το χρώμα που υποδηλώνει την ανθρώπινη μορφή και πολλές φορές διακρίνεται μια χρωματική ρευστότητα και μια αφαιρετική διατύπωση στην απόδοσή της. Στο έργο Γύρω – γύρω όλοι, ο Συμεών Σαββίδης αποδίδει τις μορφές των παιδιών με πραγματικές «μονοκονδυλιές», ενώ η απουσία του βάθους και η υπαινικτική και επίπεδη απόδοση του χώρου με τη μορφή ενός πύργου, το κατατάσσουν στα πρώτα μοντερνιστικά έργα της ελληνικής τέχνης.
Το έργο Γερμανίδα σε εσωτερικό δωματίου, της Θάλειας Φλωρά Καραβία, πιστοποιεί με τον πιο εύληπτο τρόπο ότι η διαλεκτική φωτός – χρώματος, απασχολεί την ζωγράφο. Η πετυχημένη χρωματική απόδοση με ελεύθερες πινελιές που ανακλώνται στην επιφάνεια του τραπεζιού, προέρχονται από όλα τα χρώματα της σύνθεσης. Η Καραβία χρησιμοποιώντας τις φωτεινές αυτές διαθλάσεις, προσπαθεί να αιχμαλωτίσει την ατμοσφαιρικότητα της χρωματικής ύλης που ενοποιεί τις φόρμες σε ένα σύνολο.
Ο Σπύρος Παπαλουκάς (1892-1957), πριν μας αποκαλύψει τον ιδιότυπο προσωπικό τρόπο έκφρασής του, μας έχει δώσει πρώιμα έργα -των φοιτητικών του χρόνων- με επιδράσεις από τον Ιμπρεσιονισμό. Τα έργα του Βάρκες στο Σηκουάνα και Αυτοπροσωπογραφία χαρακτηρίζονται από πλούσιο χρωματικό αίσθημα, φωτεινότητα και ατμοσφαιρική απόδοση του χώρου. Ο ζωγράφος κινείται ανάμεσα στο φευγαλέο και το διαρκές και το θέμα του αποτελεί ένα άλλοθι για τη σύνθεση και τη σπουδή του χρώματος.(συνεχίζεται..)

Leave a Comment