Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  Η Υπέρβαση της Πραγματικότητας στη Ζωγραφική του Σωτήρη Σόρογκα

Η έκθεση του Σωτήρη Σόρογκα, «Θαλάσσια Ξύλα 2010-2016», μετράει ήδη τρεις εβδομάδες και το ελληνικό (και όχι μόνο) κοινό παίρνει μια ανάσα δροσιάς μέσα από τα έργα του, που μοιάζει μικρή αιγιοπελαγίτικη απόδραση κι ας βρισκόμαστε στο κέντρο της Αθήνας.

Ο Τάκης Μαυρωτάς, επιμελητής της έκθεσης, γράφει για την τελευταία δουλειά  του Σωτήρη Σόρογκα και για τον τρόπο έκφρασης τον οποίο ακολουθεί στη μέχρι τώρα καλλιτεχνική πορεία του:

 

«Ο Σόρογκας, στα 60 χρόνια της δημιουργικής του δράσης, επίμονα στρέφει το βλέμμα του στην πραγματικότητα. Κάθε του γραμμή, χρώμα και σχήμα, αποτυπώνει ιδιότυπα, με διαύγεια και καθαρότητα καθετί το υπαρκτό. Η εσωτερική δομή κάθε του έργου ορίζεται από τη συνέπεια και τη συνοχή του ιδεολογικού περιεχομένου, της αδιαίρετης σχέσης του με το χρόνο και τη μνήμη. Ο διορατικός αυτός δημιουργός, αδιάλειπτα όλα αυτά τα χρόνια με τη ζωγραφική του ακινητοποιεί το χρόνο, διεισδύει στη φωταύγεια και έρχεται αντιμέτωπος με την αιωνιότητα. Η δουλειά του εκφράζει μια μορφή εσωτερικής ελευθερίας, βαθειάς πνευματικότητας και αντίστασης ενάντια σε κάθε κυρίαρχη τάση εμπορευματοποίησης.

Ο Σόρογκας είναι ένας σημαντικός εκφραστής της σύγχρονης τέχνης και της ελληνικής ιδιαιτερότητας που με το πολύτροπο έργο του τις διασώζει, τις αναδεικνύει και τις προεκτείνει. Η τέχνη του έχει πάντα νοηματικό και συναισθηματικό υπόβαθρο αποκαλύπτοντας τη νηφαλιότητα και τον φιλοσοφικό του στοχασμό. Αφετηρία της όλης του πορείας θεωρεί τα πρώτα φοιτητικά του χρόνια, εκφράζοντας με ανυπόκριτο σεβασμό την ευγνωμοσύνη του στο δάσκαλό του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Γιάννη Μόραλη. Αναφερόμενος στην εμπνευσμένη διδασκαλία, τον ευχαριστεί: «Για τις δυνατότητες υπερβάσεως δυσκολιών με ειδικό χειρισμό υλικών ή γραφής, για μυστηριακές επενέργειες του τυχαίου, που όλα τούτα έπαιρναν διαστάσεις μυθικές μεταγγίζοντάς μας ταυτόχρονα και την ευθύνη ενός δυσανάβατου ρόλου ή καλύτερα, ενός προορισμού με στοιχεία ιερότητας». Αυτές τις απαραβίαστες αρχές και αξίες της ανόθευτης ζωγραφικής τήρησε σε όλη του τη ζωή, όπως και στην πρόσφατη δουλειά του με τίτλο «Θαλάσσια ξύλα» της περιόδου 2010-2016, εστιάζοντας την προσοχή του στην καθαρότητα των σχημάτων και στην περιορισμένη γκάμα των χρωμάτων για να προσεγγίσει τη φθορά του χρόνου και την ερημιά του κόσμου. Στην ουσία αγγίζει το αδιέξοδο της ανθρώπινης μοναξιάς και εγκατάλειψης, το μεμονωμένο άτομο που δεν πρέπει να χαθεί μέσα στη μάζα, ούτε η προσωπική του φωνή να εξασθενήσει μέσα στο πολύβωο πλήθος.

Βλέπω και παρατηρώ για το ζωγράφο σημαίνει ερμηνεύω. Δημιουργώ μια νοηματική εικόνα, καταθέτω μια ιδέα ή μια ζωγραφική ολότητα. Ο Σόρογκας, πλούσιος σε κατακτημένες εικαστικές εμπειρίες, δουλεύει με αισθήσεις και εικόνες μνήμης, παρεμβάσεις, μεταμορφώσεις ή αφαιρέσεις, αρνούμενος πεισματικά την υποταγή του στην αντιγραφή της πραγματικότητας. Στο έργο του αποφεύγει κάθε είδους επιτήδευση, δίνοντας έμφαση στην απλότητα, την ισορροπία, το οξύ σχέδιο και την αρμονία. Η χειρονομία της κάθε του πινελιάς είναι λεπτή και αντισυμβατική με αναγνωρίσιμο το προσωπικό του ύφος. Οι απεικονίσεις του ορατού κόσμου με την ποιητική δύναμη των εικόνων του, όχι μόνον κερδίζουν το θεατή, αλλά τον κάνουν και συλλειτουργό του οράματός του. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι η λειτουργία της ζωγραφικής ως αδιαίρετου όλου, οδηγώντας μας στην αισθητική του θεώρηση, στη δική του απόλυτη ομορφιά, στην προσωπική του μορφική σύλληψη. Τα έργα του έχουν ρυθμό, αρμονία, συνθετική ισορροπία, δύναμη και εκφραστική ελευθερία. Η δημιουργική του φαντασία βασίζεται στη βαθειά αίσθηση του χρόνου και του κόσμου, την αίσθηση της στιγμής, το ξεχασμένο χθες και το άγνωστο αύριο. Όπως τα Καϊκια του, της τελευταίας του δουλειάς, τα οποία είτε ακινητοποιημένα πάνω στη γη είτε σε μια ακαθόριστη λευκή επιφάνεια, την επιθυμία του δικού του νόστου, του δικού του ατέλειωτου ταξιδιού. Οι βάρκες και τα καϊκια του κουβαλούν το όνειρο και την ψυχή των λαών της Μεσογείου. Οι απεικονίσεις του αναδύουν την αισθητικότητα των συγκινήσεων και τη διάφανη ευαισθησία του, άλλοτε προσεγγίζοντας ζωγραφικά την αφή της τέφρας και άλλοτε την αφή θραυσμάτων από το μακρινό μας παρελθόν. Η ανθρωπογεωγραφία του έχει ως κεντρικό της άξονά τη θεώρηση του κόσμου, το άτομο και την πορεία του. Οι πίνακές του μαρτυρούν και καταγράφουν, άλλες φορές τρυφερές ερειπωμένες εικόνες και άλλες την αίσθηση του πένθους της ζωής και του ασάλευτου δράματος. Έτσι, μας εξοικειώνει με τη φθορά, το αναπόφευκτο τέλος, συνειδητοποιώντας άμεσα την κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων.

Σωροί από πέτρες, απειλητικά ερείπια, εγκαταλελειμμένα σάπια ξύλα, εφιαλτικά πηγάδια συνθέτουν τις θεματολογικές του επιλογές, έγραφα το 1992, στον πρόλογο του καταλόγου της ατομικής του έκθεσης στη γκαλερί Ζουμπουλάκη, με αποτέλεσμα η αισθητική αυτή πρόταση, πέρα από την ιδιαιτερότητα της μορφοπλαστικής της αξίας, να στοχεύει στην πνευματική υπόσταση της απεραντοσύνης και της περισυλλογής απέναντι στον άνθρωπο και τον χώρο του. Η πλαστική αφήγηση του Σόρογκα ξεκινά πάντα πάνω στη λευκή επιφάνεια, στο απόλυτο κενό του λευκού. Η στάση αυτή που παραπέμπει άμεσα στο γνωστό στίχο του Mαλλαρμέ, “le vide papier que la blancheur défend”, προσδίδει ευκρινέστερη υπόσταση στην αναπαράσταση των αντικειμένων της σύνθεσης. Η γραφή των αντικειμένων δεν είναι υπομνηματική. Kαταγράφει, άλλοτε με απόλυτη ακρίβεια και άλλοτε σχηματικά, τα συστατικά τους στοιχεία.

H ζωγραφική διαδικασία προχωρεί σπιθαμή προς σπιθαμή, εξαντλώντας όλες τις δυνατότητες του πιο λιτού εκφραστικού μέσου, του κάρβουνου, ενώ παράλληλα, αξιοποιεί, για πρώτη φορά σε τόση έκταση, τα βαθιά γαιώδη χρώματα για την απόδοση της σκουριάς και το απαλό γαλάζιο (αχνό μπλε ουλτραμέρ) πάνω σε τοίχους ή πτυχώσεις πανιών, για να υπαινιχτεί την καθαρά προσωπική του σχέση με την «ελληνικότητα». Η τρισδιάστατη έκφραση της ζωγραφικής του στηρίζεται στη ρεαλιστική κυρίως μεταφορά των σχέσεων ανάμεσα στους έρημους χώρους-τοπία και στο λευκό φόντο, ενώ, συγχρόνως, ορισμένα στοιχεία υπονομεύουν την ορθολογική τους σύνδεση με το φυσικό χώρο. Οι εξαϋλωμένες πέτρες και τα ξύλα, αποδυναμωμένα από το βάρος του όγκου τους, συντείνουν στην ανάπτυξη της σύνθεσης προς τα άνω. Δίπλα στα αληθοφανή στοιχεία της σύνθεσης – λεπτομερειακή περιγραφική διατύπωση, επιτηδευμένα στοιχεία οφθαλμαπάτης, σωστή προοπτική – συνυπάρχουν ανορθολογικές φόρμες – ελλιπής περιγραφικός χαρακτήρας, αφαιρετικά στοιχεία, ανάστροφη προοπτική – τονίζοντας τη μεταφυσική αγωνία της σύνθεσης. Η δομή των έργων του  βασίζεται στη διαγώνια ανάπτυξή τους, επιτείνοντας το στοιχείο της φυγής. Ο Σόρογκας στρέφει το βλέμμα του σε χώρους μνήμης, κυρίως από τη νεότερη Ελλάδα χωρίς, όμως, να προσπερνά την διαχρονική ομορφιά που υποβάλλουν τα αρχαία ελληνικά μνημεία. Ενδεικτικοί είναι οι πίνακες της ενότητας «Από την Πομπή των Παναθηναίων» (1974 – 1976), «Μαρμάρινο Κεφάλι» (1975), «Καμμένη εικόνα από την Πομπή των Παναθηναίων» (2003), καθώς, επίσης, «Κίονες Ναού Αφαίας» (2004). Ο τελευταίος αυτός μνημειακός του πίνακας που πρωτοπαρουσιάστηκε το 2005 στην έκθεση «Κίονες και πεσσοί» στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, είναι εμπνευσμένος από τον ομώνυμο ναό του 480 π.Χ., στην Αίγινα. Ο Σόρογκας, όπως ανέφερα στον κατάλογο της θεματικής έκθεσης, αιχμαλωτίζει με το γνώριμο μορφοπλαστικό του ιδίωμα την πνοή του ναού εστιάζοντας την προσοχή του στην αίσθηση του χρόνου και στην αξία αυτής της ίδιας της γραφής του. Οι δωρικοί κίονες δηλώνουν σύμβολα μνήμης και αισθήσεων και οι δυο κόκκινες παπαρούνες αποκαλύπτουν τη λυρική ή ρομαντική του επιθυμία, ότι τίποτα δεν χάνεται, ανακαλώντας θαρρείς τα λόγια του ποιητή:

«ο κόσμος φθείρεται, μα εσύ θυμήσου

Άδης και Διόνυσος είναι το ίδιο».

Ο ζωγραφικός του κόσμος εμφορείται από μια διακριτική ηρεμία αποκαλύπτοντας την αρμονική σύλληψη των οραματικών του επιλογών. Αντιμετωπίζει τη ζωγραφική ως λειτούργημα, επιδιώκοντας καθετί που δημιουργεί να εμπνέεται από το νοηματικό βάθος της πνευματικότητας του.

Ο Σωτήρης Σόρογκας δεν είναι μόνο ένας βαθιά σκεπτόμενος ζωγράφος, αλλά και ένας ανανεωτής της διδασκαλίας της ζωγραφικής. Άξια διαδέχθηκε τον Νίκο Εγγονόπουλο στην έδρα ζωγραφικής της Αρχιτεκτονικής Σχολής στο ΕΜΠ και πλούτισε την ελληνική βιβλιογραφία με τα αισθητικά του δοκίμια. Διαχρονικό παραμένει το κείμενό του για τον Πάμπλο Πικάσο, τον πολυμήχανο δημιουργό που τόσο θαυμάζει,: «Ο Πικάσο πάνω απ’ όλα, με βοήθησε να συνειδητοποιήσω ότι οι καλλιτεχνικές μορφές είναι πολλαπλές και πολυειδείς και ότι δεν υπάρχει μόνο μια οδός δημιουργίας. (…) Από τα έργα του όλων σχεδόν των περιόδων αναδύεται η έκπληξη, το συγκλονιστικό, το αστάθμητο, η αμηχανία, η σύγχυση. Βάζοντας στο στόχαστρό του τις κεντρικότερες αισθητικές δεσμεύσεις της δυτικής παράδοσης, αρμονίες, αναλογίες, ομορφιά, ύφος, ο Πικάσο επιχείρησε να αναδείξει στη θέση τους την εσωτερική δυναμική του ίδιου του έργου». Το 1974 ο Σόρογκας ζωγραφίζει το πολυσυζητημένο του δίπτυχο Αρχαίο ανάγλυφο, όπου στην αριστερή πλευρά της σύνθεσης υπάρχει η απεικόνιση μιας αρματοδρομίας και δίπλα του, με κόκκινο χρώμα πάνω στη μαύρη επιφάνεια, το σχέδιο της εικόνας ενός αλόγου σε έμμεση παραπομπή με τον εμβληματικό πίνακα Guernica του Πικάσο, που αποτελεί κραυγή διαμαρτυρίας για τον βομβαρδισμό της ισπανικής πόλης από τα γερμανικά αεροπλάνα το 1937. Το απειλητικό μαύρο χρώμα απλώνεται και στο δεύτερο μέρος του δίπτυχου κορυφώνοντας το φόβο που προκαλεί το ανεξιχνίαστο σκοτάδι, εκείνο που σε ορισμένες ψυχές συμβαδίζει με τη βία, θαρρείς σαν να μην υπάρχει τέλος στο αποτρόπαιο κακό. Και αυτή η στάση του ζωγράφου απέναντι στα διλήμματα της ζωής είναι τόσο δηλωτική, έτσι ώστε να μας φέρνει αντιμέτωπους άλλοτε με τα χαοτικά του πηγάδια της περιόδου 1970-1999 -και κατ΄επέκταση με το φόβο του εγκλωβισμού- και άλλοτε με τις μαύρες επιφάνειες-τρύπες που αντικαθιστούν τα διάφανα τζάμια στα καϊκια του, σαν να κρύβουν τις μορφές και τις ιστορίες των ανθρώπων που έζησαν και ταξίδευαν με αυτά.

Τα «Θαλασσινά Ξύλα» του Σόρογκα, ζωγραφισμένα με ευαισθησία, δίνουν προβάδισμα στην αισθητική τους τελείωση. Με επιμονή, σεμνότητα και αφοσίωση, στερέωσε και στερεώνει το ύφος της στοχαστικής του ζωγραφικής αντιστεκόμενος με πείσμα απέναντι στο Μηδέν και το Άπειρο. Προσπερνώντας την πνιγερή καθημερινότητα, επίμονα στρέφει το βλέμμα του στο χθες, τη σιωπή, την ακινησία, το σωρό από τις πέτρες, το σωρό των ερειπίων. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι η ουσία της ζωής και να αντιλαμβάνεται τον κόσμο ως ένα περιορισμένο όλο. Οι ερημότοποί του, σε αρκετά του έργα, άλλοτε συνδιαλέγονται με ένα αγριολούλουδο, αντανακλώντας την ελπίδα και την ευφροσύνη του για τη ζωή. Η μνήμη, που τον ενώνει με το παρελθόν και με τις αισθήσεις του, φωτίζει το παρόν. Ο ίδιος συνεχίζει να μας ξαφνιάζει με την ιδιότυπη νατουραλιστική απεικόνιση της φθοράς του ξύλου και την εξαιρετική ικανότητά του στην καθαρότητα του σχεδίου.  Τα έργα του αποπνέουν μια λεπτή αίσθηση μοναξιάς και συναισθηματικής θλίψης. Αναπτύσσει ένα ιδιαίτερο τύπο συνθέσεων, με ένα απλό ανεπιτήδευτο ύφος, με έμφαση στην απόδοση της πλαστικότητας. Εκείνο που αποτελεί ιδιαίτερο γνώρισμα στο έργο του είναι η σταθερή κατάλευκη επιφάνεια που κυριαρχεί και στην πρόσφατη δουλειά του. Το δημιουργικό του ένστικτο πάντα αναζητά μια ταυτότητα, μια αισθητική κορύφωση. Το φως και η κρυφή ύπαρξη της αρμονίας τον απασχολούν άμεσα στη ζωγραφική του πράξη, συμπορευόμενος ο ίδιος με τον λόγο του ποιητή: «αγγελικό και μαύρο φως». Δουλεύει ασταμάτητα  με το κάρβουνο και τα ακρυλικά χρώματα, βάζοντας, πάντα, πάνω από τα θερμά χρώματα τα ψυχρά, για να ενδυναμώσει την ποιητική ατμόσφαιρα των συνθέσεών του. Η ζωγραφική του διαλέγεται με την ποίηση του Κάλβου και του Σεφέρη διερευνώντας το μυστήριο της ζωής. Διαδοχικές προσεγγίσεις του χώρου του ναυπηγείου του Λαυρίου, της Βιστωνίδας λίμνης και της Ιερισσού, με τα εγκαταλελειμμένα καΐκια και τις ξεχασμένες βάρκες,   στοχεύουν, όπως ήδη αναφέρθηκε στην κατάκτηση του χώρου και του χρόνου. Έτσι, πολλές φορές, στα δίπτυχα ή τετράπτυχά του, θαρρείς, ότι οι εικόνες του μνημειώνουν το χρόνο μέσα από έναν αλάθητο φωτοφράχτη. Ο φευγαλέος χρόνος και η φθορά γίνονται το πεδίο της αέναης δράσης του απέναντι στη συνοχή της ζωής, εδραιώνοντας μια ζωγραφική έκφραση με πλαστικές λύσεις, ποιότητα και μοναδική αξία. Ο Σόρογκας έχεις την αίσθηση ότι κερδίζει την αισθητική του συμμετρία μέσα στην ασυμμετρία της εποχής του, το δικό του ύφος, τον δικό του κόσμο, τη δική του τοπιογραφία οδηγούμενος προς τον αρχέγονο δρόμο του υψηλού και του αιώνιου.»

 

 

Τάκης Μαυρωτάς

Επιμελητής της έκθεσης Σωτήρης Σόρογκας «Θαλάσσια Ξύλα 2010-2016»

Leave a Comment