Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΑΪΤΗΣ. Η ουσία του απρόσωπου του Τάκη Μαυρωτά (Β’ Μέρος)
Σε άλλες ελαιογραφίες του, συνεχίζει να χρησιμοποιεί το ίδιο κόκκινο φόντο, όπου αστεία έντομα προσπαθούν να αντικαταστήσουν τους Αγγέλους. Εδώ βρισκόμαστε στον αντίποδα της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής και των μυθοπλασιών της. Γιατί, με τα έργα αυτά, ο ζωγράφος ειρωνεύεται την ανάγκη του ανθρώπου για δημιουργία προτύπων και ηρώων. Έτσι, αρνείται την κριτική ή ειρωνική στάση απέναντι στη Θρησκεία και εστιάζει τη προσοχή του απέναντι στις ανθρώπινες μυθοπλασίες. Το έργο του Γαΐτη είναι πολυδιάστατο, γι’ αυτό, εκτός από το τραγικό ή δραματικό στοιχείο, τον σαρκασμό ή την ειρωνεία, περιέχει και το κωμικό στοιχείο. Τα σχηματοποιημένα ανθρωπάκια, πάντα ανάμεσα στο μαύρο και το άσπρο, εντείνουν, μέσα από την έλλειψη του χρώματος, την αυστηρή ή αινιγματική τους έκφραση, συμμετέχοντας στη χαρά της ζωής. Το περιστέρι εμφανίζεται στις συνθέσεις του σαν σύμβολο ειρήνης και παρατεταγμένα τα ανθρωπάκια να το παρατηρούν ασάλευτα όπως στο έργο με τίτλο «Μεγάλο περιστέρι» (λάδι, 131×100 εκ, 1971). Μια άλλη εικόνα πλημμυρισμένη από στοιχεία της Belle époque αφήνει το ανθρώπινο κεφάλι πάνω σε ένα λευκό πιάτο να κυριαρχήσει στο κέντρο της ζωγραφικής επιφάνειας, δημιουργώντας μια αινιγματική ατμόσφαιρα. Ενώ στο έργο του «Νεόνυμφοι» (λάδι σε καμβά, 116×90 εκ.), τα ανθρωπάκια του κινούνται σ’ έναν ακαθόριστο χώρο πάνω-κάτω, χωρίς ν’ ανησυχούν για το εφήμερο της ζωής τους ή τα προβλήματά τους και απολαμβάνουν την τελετή του γάμου, ως κάτι αξεπέραστα μοναδικό. Η ζωή απασχολεί ουσιαστικά τον Γαΐτη και η καλλιτεχνική ευαισθησία και αντίληψη δραπετεύει από το προσωπικό επίπεδο, για να πλησιάσει το κοινωνικό, την ομαδοποιημένη κοινωνία, που εξοντώνει τις προσωπικές αντιστάσεις του ατόμου, δημιουργώντας έναν εφησυχασμένο κόσμο, αδύναμο να αντιδράσει. Τα ανθρωπάκια του δεν έχουν προσωπικά χαρακτηριστικά, δεν έχουν πάθη, δεν κινούνται σ’ ένα συγκεκριμένο χώρο-τοπίο, χώρο φορέα της ιστορικής τους προέλευσης, δεν αντιμετωπίζουν την σύγκρουση με τον κοινωνικό τους περίγυρο, με εξαίρεση τα έργα «Ακρόπολη και θεατές ή οι Τουρίστες μπροστά στην Ακρόπολη», «Θησείο», «Δήλος» και εκείνα, που στηλιτεύουν την επτάχρονη δικτατορία (1967-1973). Αλλά, ακόμα και οι ζωομορφικές του αναπαραστάσεις (βάτραχοι, μυρμήγκια κ.ά.) είναι αδύναμες να αποδεχθούν ή να διεκδικήσουν υψηλές κοινωνικές αξίες. Ο Γαΐτης, με τις συνθέσεις αυτές, επεξεργάζεται την ιδέα της ομαδοποίησης των μορφών, για να καταλήξει, τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας, στη διαμόρφωση του γνωστού μας «Κυρίου». Του ανθρώπου χωρίς ταυτότητα, με το καπέλο με το φαρδί μπορ και το χαρτογιακά. Ανέκφραστες και τυποποιημένες φιγούρες, παραταγμένες πάντα κατά ομάδες, συνήθως με καρώ ή ριγέ κοστούμια, συμμετέχουν στη κοινωνική μας ζωή. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτά τα «Ανθρωπάκια» ο Γαΐτης τα τοποθέτησε έξω στους δρόμους, αφήνοντας να εξελιχθεί μια άμεση επαφή με το κοινό, όπως το χάπενιγκ και η έκθεσή του στο Δημαρχείο της Κοκκινιάς το 1975, όπου οι στυλιζαρισμένες μορ- φές μαζί με αναρίθμητες πολύχρωμες σημαίες στόλιζαν το δρόμο και την πλατείαμπροστά από το Δημαρχείο. Το έργο του, έτσι, βρέθηκε μέσα στη καθημερινή ζωή, γλιστρώντας από τους αυστηρούς χώρους των μουσείων. Όπως με τις δεκάδες επιτυχημένες εικαστικές του δημιουργίες στο χώρο των εφαρμοσμένων τεχνών (έπιπλα, παιχνίδια, υφάσματα, καθρέφτες, κρεμάστρες, αντικείμενα οικιακής χρήσης κ.ά.), τα οποία αποφασιστικά εισέβαλαν στη ζωή μας. Παράλληλα εργάστηκε για το θέατρο φιλοτεχνώντας για αρκετές παραστάσεις κοστούμια και σκηνικά.
Η αίσθηση της χαράς και της αισιοδοξίας δεν έλειψε από τη μεγάλη αυτή φυσιογνωμία του καιρού μας, όπως δεν έλειψε η ιδεολογική τοποθέτηση και η αγωνιστική του συμμετοχή για το καλό των ανθρώπων. Δέκα χρόνια πριν το θάνατό του, ο Γαΐτης παρουσίασε την «Κηδεία» του, ένα μνημειακό έργο, που προανήγγειλε το θάνατο των κοινωνικών αξιών. Τα ανθρωπάκια του στις «Αρχαιότητες» γίνονται οι θεσμοφύλακες της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, καταγγέλλοντας, με το δικό τους τρόπο, την αστόχαστη αντιμετώπισή της. Στο έργο του, με τίτλο «Το κουτί της Πανδώρας», γραμμικά ανθρωπάκια με φτερά αγγέλων βγαίνουν από ένα κόκκινο κουτί, σύμφωνα με τη μυθολογία, παραβαίνοντας τις εντολές των θεών του Ολύμπου, και ορμούν κατευθείαν σε μια γυναικεία μορφή, η οποία στα πόδια της έχει ένα ανθρωπάκι που θηλάζει ή χαϊδεύει το στήθος της. Ο αινιγματικός χαρακτήρας του έργου του ενδυναμώνεται και σ’ αυτή την ενότητα, επιτρέποντας, μέσα από την πολυσημία του, τις πολλαπλές ερμηνείες.
Το έργο του μας αποκαλύπτει ότι ο άνθρωπος ζει σ’ έναν κόσμο, όπου δεν υπάρχουν μεγάλες αξίες και αυτός, αντί-ήρωας της εποχής μας, συμμετέχει ανέκφραστος στους ρυθμούς της. Ο ακραίος Γιάννης Γαΐτης, ενστικτώδης και δυναμικός, χαλκέντερος δημιουργός στα σαράντα χρόνια της καλλιτεχνικής του δράσης, όπως μου τόνισε η κόρη του Λορέττα Γαΐτη, «πραγματοποίησε εκατό ατομικές και διακόσες ομαδικές εκθέσεις. Δηλαδή, σχεδόν δέκα εκδηλώσεις το χρόνο, σε περίπου είκοσι χρόνια…». Η ανθρωπογεωγραφία της καθημερινότητας του Γαΐτη, με εκατοντάδες «πρωταγωνιστές», που άλλοτε τους συναντάμε στην επιφάνεια μιας κονσέρβας και άλλοτε βγαίνουν μέσα από αυτή, αποτυπώνουν το προσωπικό του ύφος. Ο ίδιος έχεις την αίσθηση ότι επιθυμεί να έχει το δικό του διάλογο με την pop art. Ο Andy Warhol είναι Αμερικανός και αυτό γίνεται άμεσα αντιληπτό από τις κονσέρβες Campbell και τα πορτρέτα της Marilyn Monroe, τα μπουκάλια της Coca Cola έως το γνωστό δολάριο. Ο Γιάννης Γαΐτης είναι Έλληνας, βαφτισμένος στο Αιγαίο και, με τη δική του αμεσότητα, δίνει τις απαντήσεις του στα μεγάλα ερωτήματα της εποχής μας. Τα ανθρωπάκια του ταξιδεύουν στο μακρινό χθες, στο αρχαίο μας παρελθόν, σαν να ζητούν να ταυτίσουν την οντολογική τους παρουσία με την ιστορία ή να αισθανθούν την αναγκαιότητά της, φτιάχνοντας, με τα σώματά τους, τη δική του Ακρόπολη. Οι πίνακές του, με τα φυτά, τα πτηνά, τα έντομα ή τα μυρμήγκια στην αρχή της καριέρας του, σε ποια όχθη της κοσμογονικής του μυθολογίας μας οδηγούν; Γιατί έστρεψε το βλέμμα του σε αυτές τις ζωικές ή φυτικές οντότητες;
Ο Ντένης Ζαχαρόπουλος γράφει στην μνημειακή έκδοση «Γιάννης Γαΐτης Κριτικός κατάλογος» (έκδοση Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου) το 2003: «Σαν τον Πικάσσο, που τόσο θαύμαζε, ο Γαΐτης θα είναι πάντα απλόχερος, χρυσοχέρης, αγαπητικός, αυθόρμητος κι άμεσος, περίεργος και πειραματιστής, πάντα δίπλα στους νέους και μέσα από βαθιά σεμνότητα, ασυμβίβαστος, οραματιστής και ρηξικέλευθος. Το τάλαντο και η φυσική χάρη, που σφραγίζουν ακόμα και τα πιο δύσκολα και άχαρα μελήματα της ανήσυχης φύσης, κάνουν το έργο του πάντα προσιτό κι ανθρώπινο. Η ερωτική διάσταση της τρέλας του, η μυστική σπονδή που κρύβει καλά η ποιητική του, η μεταμφιεσμένη σε παιδί μήνις του λόγου κι η άμεση έκκληση για καλύτερες ώρες μέσα στο χάος, αντηχεί σήμερα πια, μιαν αθώα και καλοπροαίρετη ματιά στον κόσμο, στο κενό και την τραγωδία της εποχής. Όπως το κύμα φέρνει αργά στην επιφάνεια το βυθό της θάλασσας, έτσι και το έργο φέρνει αργότερα, μέσα από το ρυθμό που κρύβει και μεταθέτει, το πρόσωπο του καλλιτέχνη, το πάθος και τον πόνο του θεατή και της εποχής του».
Ο Γαΐτης πήρε σοβαρά τις επιθυμίες και τα αισθήματα του για τον κόσμο μας. Σήμερα αν ζούσε θα ήταν 100 ετών και αλήθεια πως θα προσέγγιζε τον οδυνηρό πόλεμο της Ουκρανίας; Τη μοίρα όλων αυτών που αγωνίζονται για την ελευθερία τους; Οι τραγικές εμπειρίες από τα εφιαλτικά χρόνια της κατοχής, του εμφυλίου πολέμου αλλά και των σκοτεινών χρόνων της δικτατορίας θα ξαναζωντάνευαν την ειρωνεία της ζωής απέναντι στη κακή μοίρα των ανθρώπων; Ο ίδιος άγγιζε την πραγματικότητα άλλοτε μέσα από τον μύθο, και άλλοτε μέσα από το όνειρο ή την φαντασία. Το έργο του σήμερα συνεχίζει να ανοίγει νέους ορίζοντες στο στοχασμό και ειρωνικά να στέκεται απέναντι στην υπερπαραγωγή και υπερκαταναλωτική μανία του κόσμου που θαρρείς δεν έχει τέλος. Και εκείνος, μας αφήνει μπροστά στους καθρέφτες του για να βλέπουμε αυτό που είμαστε. Και να τον αναζητούμε ανάμεσα στα Ανθρωπάκια του, όπου βρίσκεται και ο ίδιος. Ένας σπουδαίος δημιουργός ανάμεσα στα 4.500 ανεπανάληπτα έργα του. Σε λίγους μήνες θα ανοίξει τις θύρες του το Μουσείο Γαΐτη στην Ίο, η κιβωτός της δημιουργικής του δράσης, ένας σύγχρονος χώρος με τόση κομψότητα και υψηλό αισθητικό ύφος που φέρει την υπογραφή της αρχιτέκτονας Λορέττας Γαΐτη. Και επειδή η μνήμη είναι πάντα ιερή εκεί θα ζουν πλέον τα ανθρωπάκια του, ο ιερός του κόσμος, και από τα ανοικτά του παράθυρα θα αντικρύζουν το βαθύ γαλάζιο του Αιγαίου και θα αισθάνονται τις φωνές του Γιάννη, της Γαβριέλλας και της Λορέττας, οι οποίοι μας πρόσφεραν κάτι μεγάλο και ανεκτίμητο, ένα Μουσείο Γαΐτη, που πάντα θα αντανακλά την αισιοδοξία της τέχνης του, που παλεύει με την αιωνιότητα.
Θερμές ευχαριστίες εκφράζω στην κυρία Μαίρη Γαΐτη Βορρέ, που εδώ και χρόνια μιλάμε συχνά για τον αγαπημένο της αδελφό, στη Λορέττα Γαΐτη για την αρμονική μας συνεργασία στην ολοκλήρωση της παρούσας έκθεσης και γιατί με οδήγησε με πάθος στον αινιγματικό κόσμο της Γαβριέλλας Σίμωση, στα κολάζ με τις τρυφερές εικόνες, που ο έρωτας αναμετριέται με τη σκληρότητα της πραγματικότητας. Τα σύμβολα της, απειλητικά και υπονομευτικά, όπως τα ξυραφάκια ή τα ψαλίδια, πληγώνουν την αθωότητα των ερωτευμένων. Στον σιωπηλό γλυπτικό της κόσμο, στο πεπρωμένο της προσωπικής της πνοής, αντανακλάται το πάθος της για την τέχνη. Μαθήτρια του Μιχάλη Τόμπρου στην Α.Σ.Κ.Τ. και διαδοχικά του σκληρά απαιτητικού Ossip Zadkine, ψυχή της Ακαδημίας Grande Chaumière, ακολούθησε πιστά τη δική της μεταφυσική περιπλάνηση για την αποκάλυψη του οραματικού της κόσμου. Έργα από γύψο, πολυεστέρα ή ορείχαλκο με έμφαση στις καμπυλόγραμμες συχνά τεμαχισμένες φόρμες επιτρέπουν στο φως το δικό του παιχνίδι μαγείας και υπέρβασης. Η ίδια γεμάτη από βαθιά αισθήματά χωρίς να φοβάται να ανοίξει την καρδιά της, χωρίς να είναι επιφυλακτική απέναντι στην αλήθεια του εαυτού της ή την μοναξιά της, πλάθει γυμνές ή ντυμένες μορφές που κρύβουν τους κτύπους της αλήθειας της. Έτσι η γλυπτική της παραμένει και είναι αυτό που ήταν, μια αποκαλυπτική άποψη της δικής της ευαισθησίας και αντίληψης. Και όπως διαφωτιστικά έχει δηλώσει «Αγάπησα την ποίηση, τη φλωρεντινή ζωγραφική, την κυκλαδική τέχνη. Ζω ασκητικά. Μου αρκεί η μικρή καθημερινή χαρά της δουλειάς μου. Όταν δουλεύω, βαθιά μέσα μου υπάρχει ένα όραμα: το όραμα μιας καλής γλυπτικής. Μιας γλυπτικής σωστής, που το αποτέλεσμα να προκαλεί συγκίνηση». Η Σίμωση βυθιζόταν στη θάλασσα του Αιγαίου, στο βάθος της που είναι πάντα ήρεμο και που τα άγρια κύματα δεν φτάνουν ποτέ, για να αναδυθεί αμόλυντη και να πλάσει το δικό της Ερμή, τον Αντίνοο, τη Ρέα, στο φως του λευκού και του απέριττου. Η γλυπτική της, δυναμική και πρωτότυπη, τιμήθηκε με το βραβείο Morgan’s Paint το 1972, ολοκληρώνει την καλλιτεχνική της ταυτότητα, στερεώνοντας τον ονειρικό της κόσμο, που αναντίρρητα βρίσκεται σε αντιθετική τροχιά με το έργο του Γαΐτη.
Leave a Comment