Amedeo

Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Ακολουθήστε μας

Search

B&M Theocharakis Foundation for the Fine Arts and Music
  -  Νέα   -  Αγγελικό και μαύρο φως (μέρος Α’)

Του Τάκη Μαυρωτά

Το Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη, στο πλαίσιο των προσπαθειών, που από χρόνια καταβάλλει, για την ανάδειξη και προώθηση του ελληνικού πολιτισμού, οργανώνει την έκθεση «Όταν το φως χορεύει, μιλώ δίκαια. Ο Γιώργος Σεφέρης και η ποίησή του μέσα από τη ζωγραφική και τη φωτογραφία», ως φόρο τιμής στην προσφορά του μεγάλου πνευματικού ανθρώπου.

 

Το Ίδρυμα το ίδιο έπραξε και για τους κορυφαίους ποιητές μας Οδυσσέα Ελύτη και Κωνσταντίνο Καβάφη, με δύο θεματικές-αφιερωματικές εκθέσεις. Αρχικά, με τον «Κόσμο του Οδυσσέα Ελύτη: Ποίηση και Ζωγραφική», που πρωτοπαρουσιάστηκε στην Αθήνα το 2011 στο Ίδρυμα Θεοχαράκη, με τη συμπαράσταση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και της ποιήτριας Ιουλίτας Ηλιοπούλου και, τέσσερα χρόνια αργότερα, εκτέθηκε στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η έκθεση «Κ.Π. Καβάφης–Ζωγραφισμένα: 40 Σύγχρονοι Έλληνες Δημιουργοί» παρουσιάστηκε στην Αθήνα το 2013, με τη συμπαράσταση του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών και της πρυτάνεως του Πανεπιστημίου της Ευρώπης, Ελένης Αρβελέρ.

 

Η έκθεση «Όταν το φως χορεύει, μιλώ δίκαια. Ο Γιώργος Σεφέρης και η ποίησή του μέσα από τη ζωγραφική και τη φωτογραφία» πραγματοποιείται στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη με τη συμπαράσταση του Παναγιώτη Ροϊλού, καθηγητή Νεοελληνικών Σπουδών και Συγκριτικής Λογοτεχνίας, κάτοχο της έδρας «Γιώργος Σεφέρης» στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από την ίδρυση της οποίας συμπληρώνονται σαράντα χρόνια.

 

Η έκθεση περιλαμβάνει τις ενότητες: α) ασπρόμαυρες φωτογραφίες, που δημιούργησε ο ποιητής από τα φοιτητικά του χρόνια στο Παρίσι, την περίοδο 1918-1924, έως τα τελευταία του ταξίδια, και οι οποίες ανήκουν στις συλλογές του ΜΙΕΤ από τις δωρεές της Μαρώς Σεφέρη και της κυρίας Άννας Λόντου («Ο φωτογράφος Γιώργος Σεφέρης» – διοργάνωση & επιμέλεια Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης/Φωτογραφικό Αρχείο Γ. Σεφέρη) β) αποσπάσματα από κείμενα του ποιητή, με σχόλια για το έργο των Παναγιώτη Ζωγράφου (1790-1840 ή 1843) και Θεόφιλου Χατζημιχαήλ (1870-1934), με αντίστοιχους πίνακές τους γ) εικονογραφήσεις ποιημάτων του από τους Γιάννη Τσαρούχη, Γιάννη Μόραλη, Τάσσο και Γιάννη Ψυχοπαίδη δ) χειρόγραφα του Σεφέρη, τις πρώτες εκδόσεις του, καθώς και το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε από τη Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών το 1963, έργα και αντικείμενα (κολοκύθες, βότσαλα, ένα ξύλινο ερμάριο, κ.ά.), που ο ίδιος έχει ζωγραφίσει κ.ά. ε) έργα διακεκριμένων σύγχρονων Ελλήνων καλλιτεχνών εμπνευσμένα από την ποίησή του, όπως των Αδαμάντιου Διαμαντή (1900-1994), Σπύρου Βασιλείου (1902-1985), Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα (1906-1994), Γιάννη Τσαρούχη (1910-1989), Τάσσου (1914-1985), Γιάννη Μόραλη (1916-2009), Γιώργου Σικελιώτη (1917-1984), Παναγιώτη Τέτση (1925-2016), Βασίλη Θεοχαράκη (1930-), Χρίστου Καρά (1930-), Κώστα Τσόκλη (1930-), Αλέκου Φασιανού (1935-), Σωτήρη Σόρογκα (1936-), Μιχάλη Μακρουλάκη (1940-), Θόδωρου Παπαγιάννη (1942-), Αλέκου Λεβίδη (1944-), Πλάτωνα Ριβέλλη (1945-), Απόστολου Φανακίδη (1945-), Γιάννη Ψυχοπαίδη (1945-), Βίκυς Τσαλαματά (1948-), Βάνας Ξένου (1949-), Γιάννη Αδαμάκου (1952-), Στέφανου Δασκαλάκη (1952-), Αφροδίτης Λίτη (1953-), Μιχάλη Αρφαρά (1954-), Θανάση Μακρή (1955-), Χρήστου Μποκόρου (1956-), Εδουάρδου Σακαγιάν (1957-), Νίκου Τρανού (1957-), Κώστα Παπανικολάου (1959-), Μανώλη Χάρου (1960-), Αλεξάνδρας Αθανασιάδη (1961-), Γιώργου Ρόρρη (1963-), Αλέξη Βερούκα (1968-), Λήδας Κοντογιαννοπούλου (1971-), Ασπάσιου Χαρωνιτάκη (1972-), Βένιας Μπεχράκη (1974-) και Βασίλη Σελιμά (1983-).

 

Ο Γιώργος Σεφέρης είναι ο κατεξοχήν Έλληνας ποιητής, που έχει βιώσει σε βάθος το δράμα του νέου ελληνισμού. Ξεριζωμένος ο ίδιος, σύγχρονος Οδυσσέας, αναζητά την ταυτότητα της νέας πατρίδας, μελετώντας και προβάλλοντας την αυθεντική παράδοση, χωρίς μεγάλα λόγια, χωρίς κούφιες εξάρσεις προγονοπληξίας. Στοχαστικά, με μοναδικό ήθος και βαθιά θλίψη, καταγράφει και εκφράζει το σύγχρονο πρόσωπο της Ελλάδας. Γράφοντας τούτες τις γραμμές, ξαναθυμάμαι τις σοφές αναλύσεις του σεφερικού έργου από τον αγαπημένο μου δάσκαλο, Γ.Π. Σαββίδη.

 

Απόηχο της ποίησής του και της γενικότερης στάσης του συναντούμε στις φωτογραφίες του, όπου συνυπάρχουν άγιοι και απλοί άνθρωποι, από τις υποβλητικές τοιχογραφίες της Παναγίας της Κουτσοβέντη στην Κύπρο ως τα σεισμόπλεικτα παιδιά έξω από τη Μονή Κύκκου ή στον Πρόδρομο που κουβαλούν την αγιοσύνη της αθωότητάς τους. Τα τοπία του, από την Καππαδοκία, την Κύπρο και την Πάτμο, ως τη Συρία, την Παλαιστίνη και τη Βενετία, μέσα από την καθαρότητα της αποτύπωσής τους, ορίζουν τη σταθερή του θέση απέναντι στη ρεαλιστική απόδοση της οπτικής πραγματικότητας. Ο Σεφέρης δεν είναι ρομαντικός ούτε λυρικός φωτογράφος, αλλά ένας σκεπτόμενος δημιουργός, ο οποίος ήθελε ο αυτοματισμός του φωτοφράχτη του να καταγράφει τη διαφορετική φόρτιση κάθε στιγμής. Αυτή του τη δράση δεν διακρίνουμε και στην ποίησή του με τον αυτοματισμό της μνήμης; Εξομολογητικός και ευθύς, εκφράζει τα προσωπικά του συναισθήματα, την αίσθηση της φθοράς και τις τίμιες πολιτικές του θέσεις με λογισμό και όραμα. Έτσι, στρέφει τον φακό του σε έναν τοίχο, για παράδειγμα, στην Κύπρο, όπου διαβάζουμε τη φράση «ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΘΕΛΟΜΕΝ ΚΑΙ ΑΣ ΤΡΩΓΩΜΕΝ ΠΕΤΡΕΣ…». Το νησί της Αφροδίτης και η άδικη μοίρα του ήταν η πληγή του και για τα δίκαια της Μεγαλονήσου αγωνίστηκε από διάφορες θέσεις. Γράφει για την Κύπρο: «απ’ εδώ νιώθει κανείς την Ελλάδα (ξαφνικά) ευρύχωρη, πιο πλατιά» (Γ. Σεφέρης, Μέρες ΣΤ΄).

 

Επίσης, φωτογράφισε πρόσωπα που αγαπούσε και εκτιμούσε: τον T.S. Eliot, που το 1962 του έγραψε την αφιέρωση «στον Γιώργο Σεφέρη από έναν αδελφό ποιητή», τον Γιώργο Π. Σαββίδη, τον Γιώργο Καρτάλη, τον Γιάννη Τσαρούχη, τη Μαρώ Σεφέρη και τις κόρες της Άννα και Μίνα, τον Γιώργο Αποστολίδη, τον Henry Miller, τον Στέλιο Σεφεριάδη κ.ά.

 

Ο φωτογραφικός του κόσμος αποκαλύπτει τις ευαισθησίες και τις ανησυχίες του και μας φέρνει αντιμέτωπους με τον βιωμένο χρόνο και χώρο του κοσμοπολίτη ποιητή. Αν, όμως, αναζητήσουμε περισσότερες πληροφορίες για το πάθος και για την πολύχρονη, μεγάλη του, σχετικά, φωτογραφική παραγωγή, στους επτά τόμους των Ημερολογίων του (1925-1960) των εκδόσεων Ίκαρος, δεν θα βρούμε διαφωτιστικά στοιχεία ούτε μαρτυρίες για μεγάλους φωτογράφους της εποχής του. Απεναντίας, θα διαβάσουμε πολλές αναφορές και σχόλιά του για κορυφαίους ζωγράφους και γλύπτες, όπως για τον Henry Moore, που συνάντησε στο ατελιέ του με τον Κριστιάν Ζερβό, για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, για τους αγαπημένους του λαϊκούς ζωγράφους, Παναγιώτη Ζωγράφο και Θεόφιλο Χατζημιχαήλ, για τον Αδαμάντιο Διαμαντή, τον οποίο, μαζί με τη σύζυγό του, αποκαλεί «χρυσούς ανθρώπους», τον Τάσσο, τον Γιάννη Μόραλη, τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τον Κώστα Κουλεντιανό κ.ά. Η αγάπη του Σεφέρη για την Τέχνη επιβεβαιώνει τη μακρά σχέση των ποιητών με τους εικαστικούς καλλιτέχνες, όπως για παράδειγμα, του Μπαλζάκ με τον Ροντέν, του Κοκτώ με τον Πικάσο, του Λόρκα με τον Νταλί, του Καβάφη και της γνωριμίας του με τους Ιακωβίδη, Ροϊλό, Μαλέα, Γουναρόπουλο και Τόμπρο, μεταξύ των άλλων, του Ελύτη με τον Πικάσο, τον Σαγκάλ, τον Τζακομέττι, τον Θεόφιλο, τον Τσαρούχη, τον Φασιανό, κ.ά.

(…)

Leave a Comment